Νέα μελέτη διαχωρίζει για πρώτη φορά τον πόνο που οφείλεται σε φυσικά αίτια από εκείνον που συνδέεται με τη σκέψη και τα συναισθήματα
Το ότι πονάτε δεν είναι στη φαντασία σας, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο εγκέφαλός σας δεν είναι εκείνος που κρύβεται κάποιες φορές πίσω από τον πόνο σας. Για πρώτη φορά, ερευνητές κατάφεραν να διαχωρίσουν την εγκεφαλική δραστηριότητα που συνδέεται με τον πόνο ο οποίος οφείλεται σε φυσικά αίτια όπως ένας τραυματισμός από εκείνη που συνδέεται με τον πόνο που υπάρχει στο… μυαλό μας.
Το ένα πέμπτο του πληθυσμού βιώνει χρόνιο πόνο
Το ένα πέμπτο του παγκόσμιου πληθυσμού εκτιμάται ότι βιώνει κάποιου είδους χρόνιο πόνο (θεωρείται χρόνιος όταν διαρκεί περισσότερο από τρεις μήνες). Αν δεν έχει εντοπιστεί σαφές αίτιο του πόνου, οι πάσχοντες μπορεί να τρέχουν χωρίς λόγο ασταμάτητα σε γιατρούς νιώθοντας ότι τους εξαπατούν και τους εκμεταλλεύονται ή ακόμη και να λαμβάνουν μη αποτελεσματικά ή εθιστικά παυσίπονα.
Τώρα μια νέα μελέτη που διεξήχθη από τον Τορ Γουέιτζερ στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο στο Μπόλντερ αποκαλύπτει ότι υπάρχουν δύο μοτίβα εγκεφαλικής δραστηριότητας που συνδέονται με τον πόνο. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι κάποια ημέρα τομογραφίες του εγκεφάλου θα χρησιμοποιούνται για να αποκαλύψουν τα «συστατικά» του κάθε μοτίβου δραστηριότητας, βοηθώντας έτσι στην εξατομίκευση των θεραπειών.
«Ο πόνος αποτελούσε πάντα ένα παζλ» αναφέρει ο Μπεν Σέιμουρ, νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ. Η ακοή και η όραση, για παράδειγμα, ανιχνεύονται από αισθητήρια όργανα και η επεξεργασία τους γίνεται σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, ωστόσο ο πόνος είναι πιο πολύπλοκος και ενσωματώνει σκέψεις και συναισθήματα. Για παράδειγμα, μελέτες έχουν συνδέσει την κατάθλιψη και το άγχος με την εμφάνιση πόνου ενώ από πειράματα σε εθελοντές έχει φανεί ότι όσοι βρίσκονταν σε κακή διάθεση είχαν μικρότερη ανοχή στον πόνο.
Η «πονεμένη» μελέτη
Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι μπορούμε με τη σκέψη μας και μόνο να βιώσουμε ή αντιθέτως να διώξουμε μακριά τον πόνο; Προκειμένου να το ανακαλύψουν ο δρ Γουέιτζερ και οι συνεργάτες του χρησιμοποίησαν λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI) ώστε να καταγράψουν την εγκεφαλική δραστηριότητα 33 υγιών ενηλίκων ενόσω εκείνοι ένιωθαν πόνο. Αρχικώς, οι ερευνητές παρακολούθησαν την αλλαγή της εγκεφαλικής δραστηριότητας των εθελοντών καθώς τους εφάρμοζαν ολοένα και αυξανόμενη θερμότητα στην περιοχή του χεριού. οταν η θερμοκρασία ανέβαινε πολύ με αποτέλεσμα να γίνεται επώδυνη, διάφορες δομές του εγκεφάλου «άναβαν». Το μοτίβο ήταν κοινό σε όλους τους εθελοντές και έτσι οι ειδικοί το ονόμασαν «υπογραφή νευρολογικού πόνου».
Στη συνέχεια οι ερευνητές εξέτασαν αν οι εθελοντές θα μπορούσαν να ελέγξουν τον πόνο μόνο με τη σκέψη. «Τους ζητήσαμε να ξανασκεφτούν τον πόνο που ένιωσαν, είτε ως επώδυνη θερμότητα που προκαλεί φουσκάλες είτε ως μια ζεστή κουβέρτα σε μια πολύ κρύα ημέρα» εξηγεί ο δρ Γουέιτζερ. Παρότι οι εθελοντές δεν μπορούσαν να αλλάξουν τα επίπεδα δραστηριότητας στην «υπογραφή νευρολογικού πόνου», μπορούσαν να μεταβάλουν το πόσο πόνο ένιωθαν. Καθώς το έπρατταν αυτό, ενεργοποιούνταν ένα διαφορετικό «σετ» εγκεφαλικών δομών που συνδέουν τον επικλινή πυρήνα με τον μεσοκοιλιακό προμετωπιαίο φλοιό, σύμφωνα με δημοσίευση στην επιθεώρηση «PLoS Biology».
«Πρόκειται για πολύ σημαντικό εύρημα» σχολίασε ο δρ Βάνια Απκαριάν από το Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν στο Σικάγο που ασχολείται με τον πόνο εδώ και περισσότερο από δύο δεκαετίες. «Για πρώτη φορά διαφαίνεται η δυνατότητα ρύθμισης του πόνου μέσω δύο διαφορετικών μονοπατιών».
Διαχωρίζοντας τον φυσικό πόνο από τον νοητικό και συναισθηματικό
Το συμπέρασμα είναι ότι τομογραφίες του εγκεφάλου που θα συγκρίνουν την ένταση της δραστηριότητας στα δύο εγκεφαλικά δίκτυα θα βοηθούν τους ειδικούς να κατανοούν πόσος πόνος ενός ανθρώπου έχει φυσικό αίτιο καθώς και πόσος πόνος οφείλεται στο μυαλό του και στα συναισθήματά του. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να βοηθήσει σημαντικά ασθενείς όπως εκείνοι με ινομυαλγία, η οποία χαρακτηρίζεται από πόνους σε ολόκληρο το σώμα.
Περίπου το 25% των ατόμων με χρόνιο πόνο αναφέρουν ότι οι γιατροί τους δεν τους πιστεύουν ότι πονούν. «Οι γιατροί μπορεί να πουν στα άτομα με χρόνιο πόνο ότι είναι υστερικά ή ότι φαντάζονται ότι πονούν» σημειώνει ο δρ Γουέιτζερ. «Ωστόσο η νέα μελέτη μπορεί να μας βοηθήσει να διαχωρίσουμε τη φυσική βάση του πόνου από τη νοητική και τη συναισθηματική».
Τα νέα ευρήματα «χτίστηκαν» επάνω σε μια πρόσφατη ερευνητική δουλειά της ομάδας του δρος Απκαριάν. Η ομάδα ανακάλυψε ότι ο χρόνιος πόνος στη μέση φαίνεται να συνδέεται με ένα μοτίβο εγκεφαλικής δραστηριότητας που δεν εντοπίζεται συχνά στην περίπτωση του πόνου από φυσικά αίτια. Μάλιστα, οι εγκεφαλικές περιοχές που ενεργοποιούνταν στους εθελοντές του δρος Απκαριάν ήταν οι ίδιες με εκείνες που ενεργοποιούνταν στους εθελοντές της μελέτης του Πανεπιστημίου του Κολοράντο όταν εκείνοι ήλεγχαν τον πόνο με τη σκέψη τους.
Το γεγονός αυτό μαρτυρεί ότι στις περιπτώσεις χρόνιου πόνου ο ψυχολογικός πόνος παίρνει τα ηνία σε σύγκριση με τον φυσικό – έτσι δίνεται και μια εξήγηση στο γιατί στον χρόνιο πόνο παραδοσιακά αναλγητικά όπως τα οπιοειδή δεν προσφέρουν και πολλά.
Μελλοντικές αποτελεσματικότερες θεραπείες
Τα νέα ευρήματα δείχνουν ότι γνωστικές θεραπευτικές προσεγγίσεις στις οποίες οι ασθενείς μαθαίνουν να ελέγχουν τη δραστηριότητα του εγκεφάλου τους παρακολουθώντας πώς αυτή αλλάζει σε πραγματικό χρόνο θα μπορούσαν να έχουν καλύτερο αποτέλεσμα ενάντια στον χρόνιο πόνο. «Στα επόμενα πέντε με δέκα χρόνια θα δούμε μια τεράστια αλλαγή στον τρόπο που οι γιατροί θα διαχειρίζονται τον πόνο» λέει ο δρ Σέιμουρ και καταλήγει υπογραμμίζοντας ότι «αντί οι ειδικοί να βασίζονται σε αυτά που τους λέει ο ασθενής τους, θα έχουν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα των συνάψεων στον εγκέφαλό του ώστε να εντοπίζουν από ποιο είδος πόνου πάσχει».
Τσώλη Θεοδώρα
Το Βήμα