(Επιθεώρηση Pediatrics, Ιούνιος 2009)
Οι συζητήσεις γονέων και παιδιών παίζουν πιο σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας τους, σε σύγκριση με το διάβασμα βιβλίων. Το διάβασμα βοηθά βεβαίως στην ανάπτυξη του παιδικού και εφηβικού λόγου, όχι όμως όσο ο προφορικός διάλογος με τους γονείς και άλλους ενηλίκους, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση τους Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής. Οι ειδικοί διερεύνησαν τις εκφραστικές ικανότητες παιδιών ηλικίας 0 έως 4 ετών από 275 διαφορετικές οικογένειες και διαπίστωσαν ότι αυτές εξελίχθηκαν πιο γρήγορα και πιο πλούσια σε όσα παιδιά έκαναν συχνό διάλογο με τους γονείς παρά σε όσα παρακολουθούσαν πολλή τηλεόραση ή άκουγαν παραμύθια που τους διάβαζαν οι γονείς. Ο μονόλογος της τηλεόρασης δεν αύξησε αλλά ούτε μείωσε τις επιδόσεις των παιδιών στην έκφραση. Ο μονόλογος της ανάγνωσης ιστοριών και παραμυθιών από τους γονείς ή συσκευές, βελτίωσε κάπως τις επιδόσεις των παιδιών. Και ο διάλογος με τους γονείς είτε με αφορμή τα παραμύθια είτε σε άλλο πλαίσιο είχε την πιο θετική επίδραση. Οι ειδικοί θεωρούν ότι ο διάλογος προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες… για λάθη, και έτσι ευκαιρίες για να μάθουν τα παιδιά τη σωστή χρήση των λέξεων και περιπλοκότερων εκφράσεων. Ο διάλογος επίσης ενισχύει το λεξιλόγιο των παιδιών και, φυσικά, την ικανότητά τους να εκφράζουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Σε μια μέση οικογένεια οι ειδικοί εκτιμούν ότι τα παιδιά ακούν 13.000 λέξεις την ημέρα και απαντούν σε στοιχειώδεις διαλόγους γύρω στις 400 φορές.