ΘΡΑΥΣΗ ΚΑΝΕΙ ΤΟ ΣΚΛΗΡΟ ΝΑΡΚΩΤΙΚΟ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Η «κόκα των φτωχών» ή αλλιώς το crystal meth, ένα «νέο», φτηνό και εξαιρετικά καταστρεπτικό για την υγεία «ντιζάιν» ναρκωτικό, κάνει θραύση λόγω οικονομικής κρίσης στις πιάτσες της Αθήνας. Και μη φανταστείτε, επειδή αποκαλείται «ντιζάιν» (μόνο και μόνο επειδή παρασκευάζεται κατά παραγγελία, ανάλογα με τα υλικά που χρησιμοποιούνται), πως σχετίζεται με γκλαμουριές και σχέδια επί χάρτου.
Απλώς, στα πρόχειρα εργαστήρια στα οποία παρασκευάζεται, οι «χημικοί» χρησιμοποιούν κάθε φορά διαφορετικά υλικά (κατά προσέγγιση) και δοσολογίες και το αποτέλεσμα προκύπτει κάθε φορά ελαχίστως διαφορετικό. Το crystal meth ή μεθυλ-αλφα-μεθυλφενυλεθυλαμίνη όπως είναι η πλήρης, επιστημονική του ονομασία, πρωτοεμφανίστηκε στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’60 και έγινε το σημαντικότερο έσοδο των «Αγγέλων της Κόλασης», των συμμοριών με μοτοσικλέτες, σήμερα όμως είναι η πλέον διαδεδομένη ουσία σε παγκόσμιο επίπεδο και έχει «ταυτιστεί» με τη μεγάλη οικονομική κρίση των ημερών.
Στην Αθήνα έχει επικρατήσει η ονομασία «σίσα», από τους Ασιάτες και Αφρικανούς μετανάστες που το παρασκευάζουν αλλά και το καταναλώνουν. («Sisa» λέγεται ο αργιλές ή, καλύτερα, ο τρόπος αυτός του καπνίσματος και όχι η ουσία). Βάση του παραμένει η εφεδρίνη και η ψευδοεφεδρίνη (βρίσκεται σε αντιγριπικά φάρμακα), που μπαίνει σε πλαστικά βαρέλια και αυτοσχέδιους αντιδραστήρες, μαζί μ’ ένα σωρό υλικά που βρίσκει κανείς εύκολα στα ράφια των καταστημάτων με υλικά οικοδομών και σε αυτά των σουπερμάρκετ.
Προκαλεί γρήγορα ευφορία, ψευδαίσθηση διαύγειας και αϋπνία, παραπλήσια της καπνιστής ή μαγειρεμένης κοκαΐνης (freebase), αλλά που, ποιοτικά, θεωρείται πολύ κατώτερη. Οι παρενέργειές του, μετά το «κατέβασμα», είναι η ταχυκαρδία, η ξηροστομία, η νευρικότητα, η ναυτία, η ανορεξία. Η μακροχρόνια χρήση ευθύνεται για πονοκεφάλους, κατάθλιψη και, όχι σπάνια, αυτοκτονική συμπεριφορά. Βλάβες προκαλούνται στο αναπνευστικό, καρδιαγγειακό, πεπτικό σύστημα και σχεδόν στο σύνολο των εγκεφαλικών λειτουργιών.
Καθόλου περίεργο, με τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του: κόκκινος φώσφορος που εντοπίζεται στο κεφάλι των σπίρτων, ακετόνη (το ασετόν) και χλωροφόρμιο, θειούχα αέρια, αιθέρας, λίθιο που βρίσκεται σε μπαταρίες και φυσικά εφεδρίνη από αντιγριπικά φάρμακα.
Ο εξοπλισμός των πρόχειρων αντιδραστηρίων περιλαμβάνει φίλτρα του καφέ, πλαστικά βαρέλια, αποσταγμένο νερό, ιώδιο, υδροχλωρικό οξύ. Ισως όλα αυτά να ακούγονται αθώα, όλα μαζί όμως ευθύνονται όχι μόνο για την παραγωγή ενός σκευάσματος καταστρεπτικού, αλλά και ιδιαίτερα εκρηκτικού: εκρήξεις και πυρκαγιές συμβαίνουν συχνά-πυκνά στα παρασκευαστήρια, αφού το τελικό μίγμα προκύπτει έπειτα από διαδοχικές αντιδράσεις σε υψηλές θερμοκρασίες (χρησιμοποιείται και καμινέτο με φωτιά).
Στην Αθήνα, το «σίσα» έχει διαδοθεί ανάμεσα και στους Ελληνες χρήστες. Το ίδιο συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη, όπου την περασμένη χρονιά, μόνον, εντοπίστηκαν 41 νέες ουσίες, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την Τοξικομανία. Οπως μάλιστα είπε στην «Κ.Ε.» ο Alexis Goosdeel, διευθυντής του φορέα, «τα σύνορα μεταξύ νόμιμων ψυχοτρόπων και παράνομων είναι σχεδόν αόρατα» και η αναφορά αυτή σχετίζεται με την κυκλοφορία φτηνών, χειροποίητων αμφεταμινών, που γίνονται ανάρπαστες σε καιρούς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.
Η κρυσταλλική μεθαμφεταμίνη έγινε γνωστή ευρέως κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από τους συμμάχους όσο και από τις δυνάμεις του Αξονα (γι’ αυτό και η επικρατέστερη μέθοδος για την κατ’ οίκον παρασκευή της αποκαλείται «μέθοδος των ΝΑΖΙ»). Υπολογίζεται πως εκατομμύρια ταμπλέτες μεθαμφεταμίνης μοιράστηκαν σε πιλότους μαχητικών αεροσκαφών και στο προσωπικό των τανκς κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο χρόνων της παγκόσμιας σύρραξης.
Ακολούθησε το τέλος του πολέμου. Ο άλλος πόλεμος, αυτός των ναρκωτικών, δεν σταμάτησε ποτέ. Η τιμή του σίσα είναι πολύ χαμηλή. Αρκούν 30 ή 40 ευρώ για ένα γραμμάριο, πολύ λιγότερα για μικρές δόσεις που μετριούνται σε ανάμματα της πίπας (3 ευρώ κοστίζει η μία δόση).
Η μεθαμφεταμίνη, γνήσιο τέκνο της υπο-κουλτούρας της δεκαετίας του ’60, αποτελεί φτηνή «λύση» για τους σημερινούς clubbers που αναζητούν εύκολους τρόπους για να μείνουν ξύπνιοι, αλλά και τους πλέον «τελειωμένους» πολυτοξικομανείς μιας οιασδήποτε κοινωνίας που βιώνει βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση. Συνέβη στην Αργεντινή, στο Ιράν, στη Ρουμανία, στην Τσεχία, στη Μεγάλη Βρετανία, συμβαίνει και στην Αθήνα.
Και όσο κι αν κάποιοι γκρινιάζουν για την καθυστέρηση με την οποία φτάνουν στην Ελλάδα κάποια προϊόντα της συγκεκριμένης υπο-κουλτούρας, η Ελλάδα, σε ό,τι αφορά τη διάδοση ουσιών όπως το «κρύσταλ», στάθηκε τυχερή, καθώς αυτές άργησαν να «χτυπήσουν» την πόρτα της εγχώριας παράνομης αγοράς. Ως σήμερα τουλάχιστον.
Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΡΟΥΤΣΩΝΗ
Ελευθεροτυπία