Η ψυχολόγος Αλεξάνδρα Καππάτου στο Marie Claire για τις φυσικές καταστροφές, το συλλογικό τραύμα, τα παιδιά και την αντιμετώπιση των κρίσεων
Πώς πρέπει να διαχειριστούμε την ψυχική υγεία μας από εδώ και πέρα.
από την Ναταλί Σαϊτάκη
PHOTO BY ATHANASIOS KALIAKOUDAS/ANADOLU AGENCY VIA GETTY IMAGES
Το καλοκαίρι φτάνει τυπικά στο τέλος του σε λίγες ημέρες, έχοντας αφήσει στο συλλογικό υποσυνείδητο μία σειρά από σοβαρά ψυχικά τραύματα, που προκλήθηκαν τόσο εξαιτίας των πρόσφατων φυσικών καταστροφών, όσο και περιστατικών όπως ο θάνατος του 36χρονου Αντώνη στο λιμάνι του Πειραιά. Η επιβάρυνση της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης, το συλλογικό τραύμα, η διαχείριση της ψυχολογίας των παιδιών κάθε ηλικίας, η επόμενη μέρα για τους ανθρώπους που επλήγησαν άμεσα και έμμεσα από τις καταστροφές, οι τύψεις όσων επιβίωσαν, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός στα δικαιώματα του ανθρώπου είναι μερικά βασικά ζητήματα που πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε μπροστά, βοηθώντας ουσιαστικά όσους έχουν ανάγκη.
Η ψυχολόγος, παιδοψυχολόγος και συγγραφέας Αλεξάνδρα Καππάτου μίλησε στο Marie Claire για όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα το τελευταίο χρονικό διάστημα και τι μπορούμε να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε τις ψυχολογικές προκλήσεις κι επιπτώσεις που έχουν πάνω μας, βραχυπρόθεσμα και, κυρίως, μακροπρόθεσμα.
Φέτος έχουμε ζήσει πολύ δύσκολες καταστάσεις. Είχαμε φωτιές, πλημμύρες, το περιστατικό με το θάνατο του Αντώνη στο πλοίο. Βλέπουμε και ακούμε κυρίως τέτοια πράγματα. Πώς επιβαρύνεται ψυχολογικά ένας ενήλικος, όταν τα ζει ή ακόμα και όταν τα παρακολουθεί από την ασφάλεια του καναπέ του;
Θα σας έλεγα χωρίς δεύτερη σκέψη πως επιβαρυνόμαστε πάρα πολύ. Κανείς δε μένει αδιάφορος σε όλες αυτές τις εικόνες της καταστροφής και με αυτό τον τρόπο αυξάνεται η αγωνία και η ανασφάλεια. Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ότι βιώνουν και οι ίδιοι αυτή την κατάσταση, έχουν φίλους, γνωστούς που μένουν σε αυτές τις περιοχές. Και δυστυχώς είναι συνεχιζόμενα τα προβλήματα. Όλα αυτά έχουν αυξήσει την αγωνία και επιδρούν με έναν καταιγιστικό τρόπο στον ψυχισμό, δεδομένου ότι όλο αυτό υπονομεύει μία βασική αίσθηση ασφάλειας, που όλοι οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη να νιώσουμε. Πριν από λίγο καιρό είχαμε τις φωτιές, βρέθηκαν απανθρακωμένοι άνθρωποι, όλα αυτά τα έχουμε μέσα στη χώρα μας και είμαστε θεατές μίας ατελείωτης περιβαλλοντικής καταστροφής. Όλα αυτά έχουν δημιουργήσει μία τεράστια θλίψη σε όλους, μια αγωνία, ένα άγχος για το θα έχει γίνει και το τι άλλο μας περιμένει. Μιλάμε για ένα διάστημα μηνών όπου συνέχεια έχουμε δύσκολα πράγματα. Μετά από μία οικονομική κρίση τεράστιων διαστάσεων, πολυετή, και μετά από μία υγειονομική κρίση, που ακόμα δεν έχει τελειώσει. Μιλάμε μόνο για κρίσεις, και όλες έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στον ψυχισμό.
Κι εδώ έχουμε πολύ σοβαρά θέματα, καταρχάς για τους κατοίκους που μένουν σε αυτές τις περιοχές, που περνάνε και θα περάσουν από διάφορες φάσεις. Όλο αυτό μπορεί να δημιουργήσει ένα τραυματικό γεγονός για τους περισσότερους, ιδίως αν έχουν χάσει κάποιο δικό τους άνθρωπο ή αν έχουν χάσει την περιουσία τους, αλλά και μόνο βλέποντας όλη αυτή την καταστροφή, που σε βάζει σε μία διαδικασία να μην ελπίζεις για το αύριο.
Οι άνθρωποι θέλουμε να ελπίζουμε, έχουμε ανάγκη να ελπίζουμε. Όταν, λοιπόν, βλέπουμε ότι αυτό δεν υπάρχει, το γεγονός γίνεται τραυματικό και συντρίβει τον πυρήνα του ανθρώπου, την ασφάλεια και τις σταθερότητες που έχουμε όλοι ανάγκη. Αυτή η κατάσταση υπονομεύει τον ψυχισμό μας, και τους ανθρώπους που έχουν παιδιά.
Αυτό το έχουμε δει και σε πολλές μελέτες και στην πράξη: Όταν ένας άνθρωπος βιώνει τέτοιες καταστροφές, επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό η γονεϊκή του ιδιότητα ή ικανότητα ή διαθεσιμότητα ή η ψυχική επαφή που μπορεί να έχει με το παιδί του. Όλα αυτά δημιουργούν πολλά προβλήματα και μάλιστα βρισκόμαστε και σε μία περίοδο όπου ξεκινούν τα σχολεία, που σε αυτή τη φάση οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη να δρομολογήσουν τις δραστηριότητες των παιδιών τους και τώρα όχι μόνο δε δρομολογούν, υπάρχει παντού αποδόμηση. Οι άνθρωποι αισθάνονται ψυχική εξουθένωση, μπορεί να νιώθουν θυμό, φόβο της απώλειας, μία γενικευμένη ψυχική δυσφορία και μαζί με τους πληγέντες νιώθουμε κι εμείς ψυχική δυσαρέσκεια για όλο αυτό. Μιλώ ιδιαίτερα γι’ αυτό το κομμάτι της ανασφάλειας που πλανάται, διότι μπορεί να μας υπονομεύσει.
Αναφέρεστε λοιπόν στο συλλογικό τραύμα.
Έτσι λέγεται αυτό, το συλλογικό τραύμα είναι οι έντονες ψυχολογικές αντιδράσεις σε ένα τόσο σοβαρό γεγονός με καταιγιστικές επιπτώσεις. Και μας επηρεάζει όλους.
Ένα παιδί που βρίσκεται σε αυτές τις περιοχές περνάει και θα περάσει σίγουρα μία πολύ δύσκολη περίοδο. Τι σημαίνει αυτή η εμπειρία για ένα παιδί που απλά ακούει και βλέπει αυτά τα πράγματα;
Τα παιδιά που βιώνουν την κατάσταση από πρώτο χέρι έχουν χάσει τις σταθερές τους. Δεν υπάρχει ρουτίνα, δεν υπάρχει τίποτα. Και μάλιστα θα σας έλεγα ότι έχει αποδομηθεί και ο γονεϊκός ρόλος, διότι εμπεριέχει ακριβώς δύναμη, σταθερότητα και σιγουριά. Όταν τα παιδιά βλέπουν πανικόβλητους γονείς που προσπαθούν να σωθούν οι ίδιοι ή να σώσουν τα σπίτια τους, δεν έχουν να κρατηθούν από κάπου. Ούτε πείθενται από τον γονέα άμα του πει εμείς είμαστε ασφαλείς ή ότι αυτό είναι κάτι παροδικό.
Τα παιδιά δεν είναι απλά θεατές μίας κατάστασης. Όλα αυτά τους προκαλούν έντονο άγχος, και υπονομεύουν τη σταθερότητα και την ασφάλειά τους.
Ο τρόπος με τον οποίο επηρεάζονται τα παιδιά σχετίζεται με το αν έχουν βιώσει το τραύμα ή έχουν παρακολουθήσει τα γεγονότα, καθώς και με το σε ποια ηλικία βρίσκονται. Κυρίως τα παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορούν να επηρεαστούν σε βασικούς τομείς λειτουργίας τους. Τα παιδιά εκφράζουν την αγωνία και το άγχος τους μέσα από τις συνήθειες π.χ. του ύπνου, τη διατροφή τους, την εμφάνιση άγχους αποχωρισμού και προσκόλλησης στα γονεϊκά μοντέλα. Μπορεί να παρουσιάζουν ανεξήγητα κλάματα, ξεσπάσματα, θυμό αλλά και παλινδρόμηση σε συνήθειες που είχαν κατακτήσει. Στα παιδιά σχολικής ηλικίας και τα πιο μεγάλα εμφανίζεται αυξημένο επίπεδο άγχους, θυμός και επιθετικότητα. Μπορεί να αρχίσουν να εκφράζουν το θυμό τους ασκώντας εκφοβισμό στα συνομήλικα παιδιά.
Αν τα ίδια βιώνουν μία κατάσταση μπορεί να κατηγορήσουν τον εαυτό τους και να αισθάνονται ενοχές για όλα αυτά. Εκδηλώνουν ψυχοσωματικούς πόνους και διαταραχές στον ύπνο όπως οι εφιάλτες. Επηρεάζονται και τα παιδιά της προεφηβείας και εφηβείας, που και αυτά μπορούν να εκδηλώσουν μετατραυματικό στρες. Έχουν συνέχεια αναδρομές στα τραγικά συμβάντα που έχουν βιώσει. Μπορεί να αισθάνονται πανικό, να κλείνονται στον εαυτό τους, να έχουν αρνητικές σκέψεις, αντικοινωνική συμπεριφορά, κάποια μπορεί να παρουσιάσουν αυτοκτονικό ιδεασμό ή σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να υπάρξει χρήση ουσιών ή αλκοόλ. Πολλά είναι αυτά που μπορούν να συμβούν γιατί οι άνθρωποι είναι επικεντρωμένοι στο να σωθούν.
Το μετατραυματικό στρες, μία σοβαρή κατάσταση, μπορεί να εμφανιστεί μετά από μέρες ή και μήνες. Μετά θα πάμε στην ψυχική επιβίωση. Δεν έχουμε τελειώσει εδώ. Ακόμα κι αν οι άνθρωποι μπουν σε κάποιο σπίτι χρειάζονται βοήθεια και υποστήριξη.
Ποια πρέπει να είναι η επόμενη μέρα από άποψης φροντίδας της ψυχικής υγείας;
Το πρώτο πράγμα είναι να υπάρξει μία στέγη, για να μπορέσουν να αισθανθούν μία μίνιμουμ ασφάλεια. Τα παιδιά έχουν ανάγκη να νιώσουν ότι υπάρχει μία κανονικότητα. Η επαφή με κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη. Σε κάποιες περιπτώσεις, κάποιοι ενήλικες μπορεί να χρειαστούν και φαρμακευτική υποστήριξη.
Τέσσερις στους δέκα ανθρώπους που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές μπορεί να παρουσιάσουν κάποια ψυχική διαταραχή, κυρίως αγχώδους αιτιολογίας. Και μάλιστα οι γυναίκες είναι ακόμα πιο επιρρεπείς.
Ψυχική υποστήριξη θα χρειαστούν για μακρύ χρονικό διάστημα και όχι μόνο για τώρα. Πολλοί τώρα δε θέλουν να μιλήσουν. Οι μηχανισμοί των δήμων σε κάθε περιοχή, που θα πρέπει να είναι πλήρως στελεχωμένοι, οφείλουν να δώσουν πρόσβαση στα άτομα που έχουν πληγεί από αυτή την πρωτοφανή κατάσταση. Και τα σχολεία πρέπει να συνδράμουν σε όλο αυτό, εξηγώντας στα παιδιά, προσπαθώντας να τα βάλουν σε έναν ρυθμό. Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να ενημερωθούν εξειδικευμένα από τους ειδικούς ψυχικής υγείας για το πώς θα διαχειριστούν τις αντιδράσεις των μαθητών, να είναι σε θέση να τις διαβλέπουν, γιατί η τάξη είναι το πρόσφορο έδαφος για την εκδήλωση πιθανών προβλημάτων των μαθητών. Ένας ευαισθητοποιημένος εκπαιδευτικός μπορεί να τα παρατηρήσει και σε συνεργασία με τον ψυχολόγο του σχολείου να βοηθήσει αρκετά σε αυτό.
Πρέπει να υπάρξει πολύπλευρη και προσβάσιμη υποστήριξη. Όχι να περιμένουν οι άνθρωποι ένα μήνα για ραντεβού και όχι για λίγο καιρό, αλλά για μακροπρόθεσμα. Το λιγότερο που μπορεί να προσφέρει μία Πολιτεία είναι η αποκατάσταση της ρουτίνας. Οι άνθρωποι πρέπει να έχουν στέγη, τροφή, να αισθάνονται ότι υπάρχει μία προοπτική στη ζωή τους, γιατί μόνο έτσι μπορούν να βρουν δύναμη.
Μετά από μία καταστροφή, ένας άνθρωπος περνάει από πολλές φάσεις. Ένα πάρα πολύ μεγάλο μέρος των ανθρώπων που έχουν βιώσει μία τέτοια κατάσταση ίσως βιώσουν αγχώδεις διαταραχές και κατάθλιψη. Η ευαλωτότητα των ανθρώπων που ζουν τα γεγονότα επαυξάνει την ανασφάλεια. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει ως και κρίση ταυτότητας. Νιώθουν εξουθενωμένοι.
Τι συμβαίνει με το «σύνδρομο του επιζώντα», που δεν επλήγη από τις καταστροφές, βλέπει γύρω του αυτή την κατάσταση κι αισθάνεται ένοχος; Ένας άνθρωπος που αισθάνεται πως δεν υπάρχει αύριο και ταυτόχρονα νιώθει τύψεις, τι πρέπει να κάνει;
Αυτό που μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι είναι να διασφαλίσουν ότι θα έρθουν σε επαφή με τους φίλους τους, με τον περίγυρό τους, με τους συγγενείς τους. Το να μπορούν να μοιραστούν την εμπειρία τους, να γνωρίζουν ότι υπάρχει ένα υποστηρικτικό σύστημα. Μπορούν να περιορίσουν μόνοι τους την πρόσβαση στις ειδήσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν θα ενημερώνονται. Επίσης πρέπει να φροντίσουν τον εαυτό τους με απλά πράγματα, όπως μία αθλητική δραστηριότητα. Είναι βασικό να κοιτάξουμε τους δεσμούς με τα μέλη της οικογένειάς μας.
Να κοιτάξουμε και την αλληλεγγύη γενικότερα.
Ακριβώς, κι άμα δούμε ότι έχουμε συμπτώματα που επιμένουν πάνω από δύο εβδομάδες είναι καλό να αναζητήσουμε βοήθεια. Για τα παιδιά μας, επίσης, πρέπει να τους εξηγούμε στο βαθμό που είναι συμβατός με την ηλικία τους, χωρίς να μπαίνουμε σε λεπτομέρειες και δίνοντας ένα θετικό πρόσημο. Να ρωτήσουμε το παιδί μας πώς νιώθει και να διασφαλίσουμε τη ρουτίνα του. Πρώτα πρέπει να καθησυχάσουμε όμως τον εαυτό μας. Ο διάλογος πρέπει να υπάρχει, να ενθαρρύνουμε το παιδί να εκμυστηρευτεί αυτό που νιώθει. Αν μας βλέπουν ότι είμαστε πολύ φοβισμένοι, δε θα μας μιλήσουν εύκολα. Είναι βασικό λοιπόν να τους πούμε ότι είμαστε κοντά τους, διαθέσιμοι να ασχοληθούμε μαζί τους. Αυτά είναι κάποιες πρώτες βοήθειες.
Μιλήστε μας για το θάνατο του 36χρονου Αντώνη.
Με έχει συντρίψει αυτό που έχει συμβεί. Κάποιοι θεώρησαν ότι η ζωή του δεν αξίζει τον κόπο, είναι δεύτερης κατηγορίας, δεύτερης ποιότητας άνθρωπος. Όλα αυτά που λέμε για την ενσυναίσθηση, τη συμπεριληπτικότητα και το σεβασμό των ΑμεΑ, την ισότητα είναι ανοησίες για κάποιους ανθρώπους και περνούν αυτά τα μηνύματα. Όλα αυτά μεταβολίζονται στους εφήβους και μετά θα αναρωτιόμαστε γιατί αυξήθηκε η επιθετικότητα και ο εκφοβισμός. Πρέπει οπωσδήποτε να ληφθούν άμεσα μέτρα για την ψυχική υγεία του πληθυσμού.