eating watching tv
Εκτύπωση άρθρου

eating
Ποια είναι τα κόλπα και τα μυστικά του μάρκετινγκ που χρησιμοποιούν οι βιομήχανοι και οι έμποροι ώστε οι καταναλωτές, αν και σήμερα είναι πιο ενημερωμένοι από ποτέ για το ποιες είναι οι υγιεινές τροφές, να επιλέγουν να γεμίζουν το καλάθι του σουπερμάρκετ με ό,τι πιο ανθυγιεινό;

Οι εταιρείες ξέρουν να μας ανοίγουν την όρεξη
Γιατί η ζυγαριά του δυτικού κόσμου βαραίνει ολοένα και περισσότερο; Ποια είναι αυτή η… ανεξήγητη δύναμη που ελκύει τους καταναλωτές στα γλυκά, αλμυρά και λιπαρά τρόφιμα; Γιατί ενώ οι πολίτες είναι πιο ενημερωμένοι από ποτέ για τις υγιεινές συνήθειες, γεμίζουν το καλάθι με ό,τι πιο ανθυγιεινό; Το παραπλανητικό μάρκετινγκ των τροφίμων που μαγεύει τις αισθήσεις είναι μέρος του προβλήματος.
Μάλιστα, εν μέσω κρίσης βιομηχανία και έμποροι έχουν βρει νέα τρικ για να δελεάζουν τους καταναλωτές. Προσφορές όπως «πάρε μια κατεψυγμένη πίτσα και η δεύτερη είναι δώρο» ή «προτίμησε τη μεγάλη σακούλα πατατάκια που προσφέρει 20% περισσότερο προϊόν δωρεάν» είναι, σύμφωνα με τους ειδικούς, ένα κόλπο για την αλυσίδα εμπορίας τροφίμων ώστε να αυξάνει τα κέρδη της.
Τι κερδίζουν οι καταναλωτές; «Κιλά», απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη ο Γιώργος Χρυσοχοΐδης που ειδικεύεται στον τομέα του μάρκετινγκ στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας.
Ο ίδιος προσθέτει ότι στο παιχνίδι της προώθησης προϊόντων υπάρχουν δύο βασικοί παίκτες: οι εταιρείες τροφίμων και τα καταστήματα λιανικής πώλησης (π.χ. σουπερμάρκετ). «Η βιομηχανία τροφίμων έχει υποστεί τα τελευταία χρόνια σημαντικές πιέσεις από τους εμπόρους ώστε να κατεβάσει τις τιμές. Για να ισοσταθμίσει όμως τις απώλειές της, η μοναδική απάντηση είναι να αυξήσει τις πωλήσεις. Κάπως έτσι κέρδισαν έδαφος οι προσφορές στα σουπερμάρκετ, είτε με τη μορφή δώρων είτε με συσκευασίες – γίγαντες».

ΤΑ ΤΑΧΥΦΑΓΕΙΑ. Η συνταγή ήταν άλλωστε δοκιμασμένη στα ταχυφαγεία. Οπως αποκαλύπτει έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2010 στην επιστημονική επιθεώρηση «Η επιστήμη του μάρκετινγκ» (Marketing science), τέτοιου είδους προσφορές στα φαστ-φουντ αύξησαν μεν την κατανάλωση των μενού, βάρυναν όμως τους λάτρεις των μπέργκερ με 73% περισσότερες θερμίδες. 
Τα διαφημιστικά κόλπα και τα μυστικά προώθησης δεν σταματούν εδώ: οι συσκευασίες, οι θέσεις των προϊόντων στα ράφια των σουπερμάρκετ ώστε να τα «πιάνει» αμέσως το μάτι, τα χρώματα, η διαφήμισή τους, που άλλες φορές στοχεύει στο συναίσθημα και άλλες φορές στη λογική, διαμορφώνουν καταναλωτικές συνήθειες. Οι ειδικοί, ωστόσο, επιμένουν ότι το θέμα δεν είναι μονόπλευρο και προσθέτουν ότι η ευθύνη είναι μοιρασμένη στη μέση: εκτός από τους παραγωγούς και τους εμπόρους, ευθύνη φέρουν και οι καταναλωτές που λυγίζουν στο δέλεαρ των ένοχων γεύσεων, μεταθέτοντας τη δίαιτα για… αύριο.
Η συζήτηση για τη στροφή σε πιο υγιεινές επεξεργασμένες τροφές ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1999 στις ΗΠΑ, όταν μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων εξέφρασαν την αγωνία ότι η υπόθεση της παχυσαρκίας θα τους γυρίσει μπούμερανγκ. Τότε κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι ο κλάδος πρέπει να αυτορυθμιστεί, περιορίζοντας τα λιπαρά, το αλάτι και τη ζάχαρη.
Τα στατιστικά δεδομένα ήταν αμείλικτα: ένας στους δύο Αμερικανούς ήταν παχύσαρκος, ενώ 40 εκατομμύρια πολίτες είχαν διαγνωστεί κλινικά ως παχύσαρκοι.
Οι ενστάσεις ήταν πολλές και έντονες, αφού ο κανόνας είναι σταθερός: οι καταναλωτές τρώνε εκείνες τις τροφές που έχουν ωραία γεύση. Αρκετοί δεν δίστασαν να ξεκαθαρίσουν ότι δεν σκόπευαν να θυσιάσουν τα προϊόντα τους και άρα τους τζίρους τους στον βωμό της υγιεινής διατροφής.

ΣΤΡΟΦΗ. Πάντως, από το 1999 έως και σήμερα το τοπίο των προσφερόμενων τροφών έχει βελτιωθεί. Οπως προσθέτει ο κ. Χρυσοχοΐδης, υπάρχουν σοβαρές προσπάθειες πολυεθνικών εταιρειών οι οποίες αναμόρφωσαν τα προϊόντα τους, μειώνοντας λ.χ. τη ζάχαρη ή το αλάτι. 
Τα παραδείγματα είναι πολλά: τα λάιτ προϊόντα – π.χ. η μαγιονέζα – και αναψυκτικά, τα γαλακτοκομικά με λιγότερα λιπαρά αλλά και τα ενισχυμένα τρόφιμα, όπως τα εμπλουτισμένα με Ω3 κράκερ.
Ο ίδιος όμως θέτει το εξής ερώτημα: «Είναι τα τρόφιμα χαμηλών λιπαρών οι ηγέτες της αγοράς;». Η απάντηση είναι αρνητική και η αιτία σύμφωνα, με τον κ. Χρυσοχοΐδη, κρύβεται στη συνήθεια που είναι ισχυρή.
Είναι δύσκολο για τους καταναλωτές να απαιτήσουν μια μαζική στροφή σε τρόφιμα πιο υγιεινά και αντίστοιχα οι βιομηχανίες τροφίμων δεν είναι τόσο επιθετικές όσο ενδεχομένως θα έπρεπε, φοβούμενες την ανταγωνιστικότητα και τη μείωση των κερδών.
Αλλωστε ένα από τα συνηθέστερα επιχειρήματα των εταιρειών είναι πως οι καταναλωτές έχουν επιλογές. Συνεπώς, κανείς δεν τους πιέζει να επιμένουν ανθυγιεινά.

Γιατί επιλέγουμε λιπαρά τρόφιμα

Υπάρχει επιστημονική εξήγηση που δικαιολογεί των ανάγκη των ανθρώπων για λιπαρά τρόφιμα. «Ο ανθρώπινος οργανισμός είναι ρυθμισμένος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να επιλέγει τα καλύτερα για την επιβίωσή του τρόφιμα», υπογραμμίζει ο λέκτορας Ιατρικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Κλινικής Διατροφής και Μεταβολισμού Μιχάλης Χουρδάκης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μέσω του μηχανισμού της λαχτάρας επιθυμεί τροφές λιπαρές, γλυκές και μαλακές (δηλαδή επεξεργασμένες που είναι πιο εύκολες κατά τη βρώση).
Ο ίδιος, όμως, θέτει μια ακόμη παράμετρο που δελεάζει τους καταναλωτές να αγοράζουν επεξεργασμένα – τα οποία είναι συνήθως και πιο βλαβερά – τρόφιμα. «Η επεξεργασία μειώνει το κόστος των προϊόντων, με αποτέλεσμα τα πιο υγιεινά να είναι και πιο ακριβά».

Μάρθα Καϊτανίδη

Τα Νέα 

Copy link
Powered by Social Snap