divorce baby
Εκτύπωση άρθρου

Από την Αλεξάνδρα Καππάτου Ψυχολόγο – Παιδοψυχολόγο – Συγγραφέα

Η ιδιαιτερότητα της βρεφικής ηλικίας καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την ύπαρξη προτάσεων ισότιμης επικοινωνίας του βρέφους με τον κάθε γονιό του σε περίπτωση διαζυγίου.
Ένας σημαντικός αναπτυξιακός στόχος αυτής της περιόδου είναι η διαμόρφωση της πρωταρχικής σχέσης προσκόλλησης του βρέφους με τη φιγούρα που το φροντίζει και αποτελεί σημείο αναφοράς για αυτό. Ως προσκόλληση ορίζεται ο ιδιαίτερος, επιλεκτικός δεσμός που το βρέφος αναπτύσσει από την αρχή της ζωής του με έναν ενήλικα που το περιποιείται και ανταποκρίνεται με προθυμία και σταθερότητα στις ανάγκες του. Αυτή η ιδιαίτερη σχέση τού επιτρέπει να αποκτήσει αίσθημα εσωτερικής ασφάλειας, απαραίτητο για την ψυχική του αυτονομία.

Συνήθως προτάσσεται ως βασική φιγούρα προσκόλλησης και σταθερότητας η μητέρα. Αυτό συμβαίνει γιατί η εμπειρία της εγκυμοσύνης, του τοκετού και κατόπιν του θηλασμού την τοποθετούν σε μια προνομιακή ψυχική κατάσταση που την καθιστά ιδιαίτερα δεκτική στα συναισθήματα και στις ανάγκες του βρέφους. Σε περίπτωση αδυναμίας της μητέρας μπορεί να είναι ο πατέρας ή μια θετή μητέρα ή κάποιο άλλο πρόσωπο που πραγματικά γνωρίζει πώς να αντιδρά κατάλληλα στα σήματα του παιδιού και το περιποιείται με τρόπο σταθερό, διαρκή και τρυφερό.

Οι περισσότεροι ερευνητές κατατείνουν στο ότι η ποιό€τητα της σχέσης του βρέφους με τη μητέρα του θα επηρεάσει το αίσθημα ασφάλειας του βρέφους και αποτελεί την καλύτερη εγγύηση για την κοινωνική και σχολική του προσαρμογή. Σταδιακά το βρέφος μπορεί να αποκτήσει περισσότερους δεσμούς προσκόλλησης με άλλα άτομα, όπως με τον πατέρα του, τη γιαγιά του, αλλά υπάρχει πάντα μια ιεραρχία και μια κεντρική φιγούρα προσκόλλησης που παραμένει ακόμη σήμερα η μητέρα, παρά το γεγονός της γυναικείας εργασίας και της μεγάλης εμπλοκής των πατεράδων. Σε περίπτωση που οι γονείς χωρίσουν, το βρέφος πρέπει να διατηρήσει τον πρωταρχικό δεσμό προσκόλλησης με τη μητέρα, αποφεύγοντας όσο το δυνατό περισσότερο τους επαναλαμβανόμενους και για μακρά χρονικά διαστήματα χωρισμούς από αυτήν.

Ωστόσο χρειάζεται να ρυθμιστούν διάφορα επιμέρους σημαντικά ζητήματα σχετικά με τον τρόπο επικοινωνίας του βρέφους με τον πατέρα του, τον τόπο των συναντήσεων, τη συχνότητα κ.λπ. Στον καθορισμό των προτάσεων επικοινωνίας του βρέφους με τον γονιό του θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σχέση των δύο γονιών. Αν είναι συγκρουσιακή, ανακύπτουν διάφορα προβλήματα από τη συχνή υποχρεωτική επαφή τους, που θα τροφοδοτεί εντάσεις με άμεση επίπτωση στο βρέφος. Αυτό επηρεάζει πολύ τις αποφάσεις των δικαστηρίων.

 Ωστόσο, ένα γενικό πλαίσιο επικοινωνίας για γονείς που συνεργάζονται είναι το εξής: Ο πατέρας να επισκέπτεται το παιδί με συχνότητα από 1 έως 3 φορές την εβδομάδα για κάποιες ώρες (1-3 ώρες) χωρίς ωστόσο να εμποδίζονται βασικές του ανάγκες, π.χ. αν θηλάζει ή αν κοιμάται. Μια άλλη πρόταση είναι να επισκέπτεται το παιδί 1-2 φορές μέσα στη βδομάδα για 1-3 ώρες και το Σάββατο ή την Κυριακή για περισσότερες, π.χ. για 4-6 ώρες κατόπιν συνεννόησης των γονιών.

Οι συναντήσεις καλό είναι να πραγματοποιούνται πρωτίστως είτε στο σπίτι όπου διαμένει η μητέρα με το παιδί, κυρίως αν είναι κάτω των 12 μηνών, ώστε να βρίσκεται στο γνώριμο περιβάλλον του, είτε σε άλλο ουδέτερο χώρο κοινής αποδοχής.

Εδώ όμως πάλι προκύπτουν διάφορα ερωτήματα που αφορούν τη σχέση των δύο γονιών. Αυτό είναι ένα ζήτημα εξαιρετικής σημασίας που πάντα σε κάθε διακανονισμό πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Η προοπτική να παραλαμβάνει ο επισκέπτης γονιός το παιδί και να το απομακρύνει από τον χώρο του δεν φαίνεται ενδεδειγμένη κυρίως κατά τον πρώτο χρόνο ή και αργότερα, αν για διάφορους λόγους δεν είχε προλάβει να αναπτύξει στενή επαφή με το μωρό του. Ο ουδέτερος χώρος ή ο χώρος που μένει το παιδί με την παρουσία ενός τρίτου ατόμου ίσως φανεί χρήσιμη επιλογή. Στην παρούσα φάση είναι φρόνιμο το βρέφος να προστατευθεί από το ολέθριο για την ανάπτυξή του πηγαινέλα από τον ένα γονιό στον άλλο. Όταν κατά διαστήματα υπάρχουν επαναλαμβανόμενοι αποχωρισμοί που το βρέφος δεν μπορεί να αντέξει, τότε το αίσθημα της εσωτερικής ασφάλειας ενδέχεται να μην εγκατασταθεί.

Διάφορα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν, όπως άγχος εγκατάλειψης, διαταραχές στον ύπνο, επιθετικότητα και κάποιες φορές καταθλιπτική διάθεση (Guedeney, 2002• Berger et al., 2004). Τον χρόνο που ο πατέρας θα περνά με το βρέφος του καλό είναι να αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στη φροντίδα του, δηλαδή να το ταΐζει, να το αλλάζει, να το κάνει μπάνιο, ώστε σταδιακά να το συνηθίζει. Αν οι γονείς έχουν καλή σχέση, θα μπορούσε η μητέρα αυτές τις ώρες να μην είναι παρούσα.

Στις περιπτώσεις που ο πατέρας είχε ενεργό συμμετοχή από τη στιγμή της γέννησης του παιδιού, π.χ. το κρατούσε για ώρες μόνος του, και μπορεί να το περιποιηθεί, θα μπορούσε αυτό να συνεχιστεί, υπό την προϋπόθεση ότι οι δυο γονείς συνεργάζονται. Η διανυκτέρευση του βρέφους μακριά από τη βασική φιγούρα προσκόλλησής του δεν προτείνεται.

Να σημειωθεί ότι το βρέφος από τους 7-8 μήνες της ζωής του αρχίζει να παρουσιάζει άγχος αποχωρισμού από το άτομο που το φροντίζει, συνήθως τη μητέρα του: πρόκειται για μια φυσιολογική φάση στην ανάπτυξή του που κορυφώνεται μέχρι τους 18 μήνες και από τα 2 χρόνια σταδιακά υποχωρεί μέχρι τα 3-4 χρόνια. Το άγχος αποχωρισμού ενεργοποιείται στο βρέφος όταν απομακρύνεται από το άτομο με το οποίο έχει αναπτύξει έναν ιδιαίτερο συναισθηματικό δεσμό (μητέρα). Χαρακτηρίζεται από τις έντονες αντιδράσεις του. Το βρέφος δυσφορεί, φοβάται, δείχνει ανησυχία και κλαίει. Βέβαια η αντίδρασή του ίσως είναι πιο ήπια αν είχε προλάβει να αναπτύξει στενή σχέση με τον γονιό που απομακρύνθηκε από το σπίτι, δηλαδή αν το κρατούσε. Η πιο συμφέρουσα επικοινωνία είναι όταν συμφωνείται από τους γονείς.

Κάθε απόφαση απαιτεί προσεκτική μελέτη και θα πρέπει να εκτιμώνται μεταξύ άλλων τα εξής: σε ποιο αναπτυξιακό στάδιο βρίσκεται το παιδί, ποιες είναι οι συναισθηματικές του ανάγκες, τι δεσμό έχει αναπτύξει με κάθε γονιό του, ποιος είναι ο γονιός που καλύπτει τις ανάγκες του, σε ποια ηλικία χώρισαν οι γονείς, πώς έγινε ο χωρισμός, τι σχέση διατηρούν στην παρούσα φάση, αν μπορεί το βρέφος να απομακρυνθεί από τον γονιό του, πόση ώρα, μήπως θα υπάρξουν επιπτώσεις στον ψυχισμό του από την απομάκρυνση… Επίσης, αν εκδοθεί μια απόφαση και κληθεί ο γονιός που μέχρι τώρα δεν είχε για διάφορους λόγους επικοινωνία με το παιδί να το πάρει, πώς άραγε θα το απομακρύνει από τη βασική φιγούρα προσκόλλησης, τι προβλήματα θα δημιουργηθούν στο βρέφος, πώς θα τα διαχειριστεί.

Προβλήματα που δυστυχώς δεν μπορεί να προβλέψει μια δικαστική απόφαση. Ξέρετε πόσες μητέρες απελπισμένες αναζητούν βοήθεια γιατί ανησυχούν πως θα αποχωριστούν το παιδί τους, αν μάλιστα οι δυο γονείς δεν έχουν καλή συνεργασία και δεν μιλούν μεταξύ τους; Γενικά χρειάζεται προσοχή και ατομική μελέτη κάθε οικογένειας. Εδώ να αναφέρουμε ότι στη χώρα μας δεν υπάρχει ο θεσμός του διαμεσολαβητή ούτε τα οικογενειακά δικαστήρια.

Οι γονείς αναγκάζονται να καταφεύγουν στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας προκειμένου να πάρουν εξειδικευμένες απαντήσεις και να καταλήξουν στην καλύτερη δυνατή συνεννόηση για το παιδί τους. Όσο αναπτύσσεται το παιδί, θα μπορεί να δεχθεί καλύτερα την απουσία της μητέρας για μεγαλύτερο διάστημα.

Copy link
Powered by Social Snap