Οχι απαραιτήτως, απαντούν ειδικοί και εξηγούν το γιατί – διαβάστε τα καλά, τα κακά και τα… υπερτιμημένα του γάλακτος
Στοιχεία δείχνουν ότι το γάλα δεν χτίζει ούτε διατηρεί γερά οστά, όπως πιστευόταν, ενώ παράλληλα μπορεί να συμβάλει στην παιδική παχυσαρκία
Εχουμε ακούσει όλα τα «σλόγκαν» σχετικά με το γάλα: κάνει καλό στον οργανισμό, είναι φυσικό προϊόν, άρα ωφέλιμο, χτίζει γερά οστά. Και έτσι, γενιές και γενιές μεγάλωσαν με τη μόνιμη «επωδό» μαμάδων και μπαμπάδων: «Πιες το γάλα σου για να μεγαλώσεις».
Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Χρειάζεται όντως τα παιδιά να πίνουν γάλα; Φαίνεται ότι τα επιχειρήματα υπέρ της κατανάλωσης γάλακτος μάλλον είναι σαθρά. Παρότι το γάλα είναι καλή πηγή πρωτεΐνης, ασβεστίου και βιταμίνης D, υπάρχουν και άλλες τροφές που αποτελούν επίσης καλές πηγές των συγκεκριμένων θρεπτικών στοιχείων. Επιπλέον, δεν υπάρχουν αδιάσειστες αποδείξεις σχετικά με το ότι η κατανάλωση γάλακτος μειώνει πραγματικά τα κατάγματα των οστών ενώ η μεγάλη κατανάλωσή του μπορεί να οδηγήσει σε αναιμία και πιθανώς συμβάλλει και στην παχυσαρκία, λένε τώρα αρκετοί ειδικοί.
«Χρειάζονται πράγματι τα παιδιά το γάλα; Και βέβαια όχι» υποστηρίζει η δρ Εϊμι Λάνου, καθηγήτρια Διατροφής στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στην Ασβιλ και προσθέτει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο δεν πίνουν γάλα μετά τα πρώτα χρόνια τους και παρ’ όλα αυτά δεν αντιμετωπίζουν έλλειψη θρεπτικών στοιχείων.
Ας ρίξουμε μια ματιά στα επιχειρήματα υπέρ και σε εκείνα που στρέφονται κατά του γάλακτος αλλά και στις πιθανές υπερβολές σχετικά με τα οφέλη του.
Τα καλά
Οι περισσότεροι έχουμε ακούσει ότι το ασβέστιο του γάλακτος βοηθά στο «χτίσιμο» του σκελετού. Το γάλα είναι επίσης σε αρκετές περιπτώσεις εμπλουτισμένο με βιταμίνη D, η οποία κατά κύριο λόγο συντίθεται από το δέρμα όταν ο άνθρωπος εκτίθεται στο φως του ήλιου (η συγκεκριμένη «βιταμίνη του ήλιου», όπως αποκαλείται, περιέχεται σε πολύ λίγες τροφές όπως τα λιπαρά ψάρια, ο κρόκος του αβγού καθώς και το μοσχαρίσιο συκώτι). Η έλλειψη βιταμίνης D μπορεί να προκαλέσει ραχίτιδα, πάθηση στην οποία το άτομο αναπτύσσει αδύναμα, εύθραυστα «λυγισμένα» οστά, ενώ έχει επίσης συνδεθεί και με παθήσεις των μυών και του νευρικού συστήματος.
Παράλληλα το γάλα αποτελεί πλούσια πηγή πρωτεΐνης και θερμίδων – αμφότερα σημαντικά για την ανάπτυξη των παιδιών. Ο υποσιτισμός αποτελεί πρόβλημα ακόμη και σε παιδιά στον ανεπτυγμένο κόσμο: τα «κακόφαγα» παιδιά πιθανώς δεν λαμβάνουν τις κατάλληλες ποσότητες πρωτεΐνης ούτε τον απαιτούμενο αριθμό θερμίδων μέσω της διατροφής τους και έτσι το γάλα αποτελεί έναν εύκολο, θρεπτικό τρόπο λήψης θερμίδων, σύμφωνα με τον δρα Τζόναθαν Μαγκουάιρ, παιδίατρο στο Νοσοκομείο Σεντ Μάικλ στο Τορόντο.
Τα… υπερτιμημένα
Το ασβέστιο περιέχεται σε πολλές άλλες τροφές εκτός από το γάλα, όπως οι ξηροί καρποί, τα φασόλια και τα λαχανικά, σημειώνει η δρ Λάνου.
Συγχρόνως, μια πρόσφατη μελέτη εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη θεωρία που αναφέρει ότι το γάλα χτίζει και διατηρεί γερά οστά. Η μελέτη αυτή που δημοσιεύθηκε το 2013 στην επιθεώρηση «JAMA Pediatrics» έδειξε ότι τα παιδιά που ζουν σε χώρες με μικρότερη κατανάλωση γάλακτος εμφανίζουν χαμηλότερα ποσοστά καταγμάτων σε σύγκριση με όσα ζουν σε χώρες που τιμούν δεόντως το γάλα. Γενικώς, η άποψη ότι τα παιδιά χρειάζονται πολύ υψηλά επίπεδα ασβεστίου προκειμένου να διατηρήσουν γερά τα οστά τους είναι υπερβολική, κατά τη δρα Λάνου. Η καθηγήτρια τονίζει πως μελέτες μαρτυρούν ότι ο βασικός παράγοντας που επιδρά στην ανάπτυξη και την καλή κατάσταση των οστών είναι η άσκηση. «Το καλύτερο που έχουν να κάνουν τα παιδιά ώστε να φροντίσουν τον σκελετό τους είναι να βγουν έξω και να παίξουν» είπε η δρ Λάνου στην ιστοσελίδα επιστημονικών ειδήσεων LiveScience.
Και παρότι η βιταμίνη D είναι πράγματι ένα σημαντικό θρεπτικό στοιχείο, περιέχεται και σε άλλες εμπλουτισμένες τροφές, όπως τα δημητριακά πρωινού, οι φρουτοχυμοί όπως ο χυμός πορτοκαλιού και το γάλα σόγιας, συμπληρώνει η ειδικός. Αλλά και την ποσότητα πρωτεΐνης που περιέχεται στο γάλα μπορούμε να τη βρούμε σε πολλές άλλες τροφές όπως τα φασόλια και τα αβγά.
Τα κακά
Τα τρία τέταρτα του πληθυσμού της Γης εμφανίζουν δυσανεξία στη λακτόζη ή τελοσπάντων δεν μπορούν να χωνέψουν καλά τη λακτόζη, ένα φυσικό σάκχαρο που περιέχεται στο γάλα. Το ασβέστιο μπορεί επίσης να αναστείλει την απορρόφηση του σιδήρου, γεγονός που σημαίνει ότι η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων γάλακτος είναι πιθανό να οδηγήσει σε αναιμία, όπως υπογράμμισε στο LiveScience ο δρ Μαγκουάιρ.
Και μέσα σε όλα αυτά, το φορτωμένο με θερμίδες γάλα μπορεί να προαγάγει την παχυσαρκία. Μελέτη που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο στο επιστημονικό έντυπο «Archives of Disease in Childhood» έδειξε ότι παιδιά προσχολικής ηλικίας που πίνουν τρεις ή περισσότερες μερίδες γάλακτος την ημέρα έχουν περισσότερες πιθανότητες να είναι ψηλότερα αλλά συγχρόνως και υπέρβαρα ή παχύσαρκα σε σύγκριση με όσα καταναλώνουν λιγότερο γάλα. Το πλήρες γάλα έχει υψηλά επίπεδα κορεσμένων λιπαρών τα οποία έχουν συνδεθεί με προβλήματα υγείας. Κάποιες μελέτες μαρτυρούν πως ούτε το γάλα με χαμηλά λιπαρά μπορεί να αποτελέσει τη λύση στο πρόβλημα, καθώς τα άτομα που το καταναλώνουν νιώθουν λιγότερο κορεσμό με αποτέλεσμα να αναζητούν μεγαλύτερες ποσότητες.
Ενα άλλο πρόβλημα που αφορά κυρίως τα «κακόφαγα» παιδιά είναι ότι η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων γάλακτος μπορεί να μεταφράζεται σε απουσία άλλων υγιεινών τροφών από τη διατροφή. «Αν κάποιος δίνει σε ένα παιδί τρεις μερίδες αγελαδινό γάλα, πώς το παιδί θα έχει χώρο για άλλες υγιεινές τροφές όπως τα λαχανικά και τα όσπρια;» λέει η δρ Λάνου.
Κατά την ειδικό, ακόμη πιο αμφισβητήσιμα είναι τα οφέλη της κατανάλωσης γάλακτος με γεύσεις. «Ενα ποτήρι σοκολατούχο γάλα με χαμηλά λιπαρά έχει τον ίδιο αριθμό θερμίδων με ένα ποτήρι κόλα». Τα ζαχαρούχα ποτά έχουν συνδεθεί με πλήθος προβλημάτων υγείας όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης και οι καρδιοπάθειες.
Ποια είναι τελικώς η συμβουλή;
Το γάλα μπορεί να μην είναι υπερτροφή, αλλά πρέπει να παραδεχθούμε ότι παρέχει πολύτιμα θρεπτικά στοιχεία στα παιδιά τα οποία πολλές φορές είναι δύσκολο να λάβουν αλλιώς, λέει ο δρ Μαγκουάιρ. Προσθέτει ότι έχει ανακαλύψει πως τα παιδιά διαθέτουν καλές αποθήκες σιδήρου και επαρκή επίπεδα βιταμίνης D όταν καταναλώνουν περίπου δύο ποτήρια γάλα την ημέρα (όπως είναι και η σύσταση της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής).
Αν όμως ένα παιδί απλώς απεχθάνεται το γάλα ή δεν μπορεί να το χωνέψει, οι γονείς δεν χρειάζεται να το πιέζουν. Αντί για αυτό, μπορούν να του δίνουν άλλες τροφές που περιέχουν τα θρεπτικά συστατικά του γάλακτος ώστε να εξασφαλίζουν πως το τέκνο τους τρέφεται σωστά, καταλήγει ο δρ Μαγκουάιρ.
Τσώλη Θεοδώρα
Το Βήμα