helicopter_parents
Εκτύπωση άρθρου

Συνέντευξη της Α. Καππάτου στην Μ. Παπαδοδημητράκη στο shedia.gr με θέμα: “Το ελικόπτερο της γονεϊκότητας”

Η υπερβολική εμπλοκή των γονιών στην ανατροφή των βλασταριών
τους ίσως να καλύπτει δικές τους ανασφάλειες, ζημιώνει, ωστόσο,
τη συναισθηματική και ψυχολογική ανάπτυξη των παιδιών.

Οι σημερινοί γονείς σε Ευρώπη και Αμερική περνούν μεγαλύτερο μέρος της ημέρας με τα παιδιά τους σε σχέση με τους γονείς της δεκαετίας του 1960. Έρευνες δείχνουν ότι παρά τον αυξημένο φόρτο εργασίας, οι μητέρες αφιερώνουν στη φροντίδα των παιδιών τους τουλάχιστον τόσο χρόνο όσο οι μητέρες πριν από 40 χρόνια, ίσως και περισσότερο. Σύμφωνα δε με στοιχεία του διεθνούς ερευνητικού κέντρου Pew, το 2016 οι μητέρες δούλευαν 25 ώρες την εβδομάδα (από 9 ώρες το 1965) και ταυτόχρονα περνούσαν 14 ώρες την εβδομάδα με τα παιδιά τους (από 10 ώρες το 1965). Το ίδιο ισχύει και για τους μπαμπάδες, που αφιερώνουν σχεδόν τριπλάσιο χρόνο στη φροντίδα των παιδιών τους (από 2,5 ώρες την εβδομάδα το 1965 σε 7,3 ώρες το 2011).

Είναι, άλλωστε, γνωστό ότι ο χρόνος που περνούν οι γονείς με τα παιδιά τους και οι συναισθηματικοί δεσμοί που αναπτύσσονται μεταξύ τους καθορίζουν σε σημαντικό βαθμό την ανάπτυξη των τελευταίων. Η βιβλιογραφία υποστηρίζει ότι τα παιδιά που στερούνται τα πρώτα χρόνια της ζωής τους την φροντίδα, μπορεί να αντιμετωπίσουν σημαντικές δυσκολίες στη μετέπειτα ζωή τους.

Μπορεί, όμως, η γονεϊκή φροντίδα να ξεπεράσει τα όρια και τελικά να δημιουργήσει προβλήματα; Ένα ρητό λέει ότι «ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις». Ισχύει αυτό στην περίπτωση των γονιών, που θέλουν να βλέπουν τα παιδιά τους ευτυχισμένα και ασφαλή; Έρευνες γύρω από την υπεργονεϊκότητα, μια μορφή της οποίας είναι και η συμπεριφορά των λεγόμενων «γονιών-ελικόπτερο» (helicopter parenting), υποστηρίζουν ότι “μέτρον άριστον” ακόμα και στη φροντίδα των απογόνων μας.

Το άρθρο του 1945 στους New York Times με τίτλο «The Teen-Age Bill of Rights» («Νομοσχέδιο για τα Δικαιωμάτων Των Εφήβων») φαίνεται ιδιαίτερα επίκαιρο, καθώς στη λίστα των δέκα δικαιωμάτων περιλαμβάνεται και «το δικαίωμα στο να κάνουν λάθη και να ανακαλύψουν τον εαυτό τους». Αρκετές δεκαετίες μετά, η ανάγκη του να αφήνουμε τα παιδιά να μαθαίνουν μέσα από τις αποτυχίες τους προβάλλει επιτακτική, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις της σύγχρονης υπερ-εμπλεκόμενης γονικής μέριμνας.

Το 1969 στο βιβλίο του «Between Parent & Teenager», ο δάσκαλος και παιδοψυχολόγος Χάιμ Γκίνο, περιγράφει μια μαμά και τον 16χρονο γιο της, Λέοναρντ. «Στη μητέρα μου αρέσει να παίζει το γιατρό και αυτό με αρρωσταίνει. Όσο κουρασμένη κι αν είναι, αν με ακούσει να βήχω, μετατρέπεται σε δρομέα υπεραποστάσεων. Τριγυρίζει από πάνω μου σαν ελικόπτερο. Κουράστηκα από τον θόρυβο και τον ζεστό της αέρα. Νομίζω ότι δικαιούμαι να φτερνίζομαι χωρίς εξηγήσεις», λέει ο τελευταίος.

Έτσι, γεννήθηκε ο όρος “γονείς-ελικόπτερο” που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την υπερβολική εμπλοκή των γονέων στην ανατροφή των παιδιών τους και τη χρήση αναποτελεσματικών τεχνικών για την κάλυψη οποιασδήποτε ανάγκης τους (όχι απαραίτητα πραγματικής), ενώ το αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βρίσκονται τους επιτρέπει να την καλύψουν μόνα τους.

Είναι οι γονείς που τρέχουν να σώσουν το παιδί τους από κάθε δυσκολία, που το καθοδηγούν απόλυτα και το υπερπροστατεύουν, αφήνοντας ελάχιστα την τύχη, που εκπληρώνουν κάθε επιθυμία του πριν αυτή εκφραστεί. Οι καθημερινές τους δραστηριότητες και συζητήσεις περιστρέφονται γύρω από αυτό και εισπράττουν την επιτυχία ή αποτυχία του σαν να ήταν δική τους. Ε

ίναι εκείνοι που φτιάχνουν άλλο φαγητό για τον έφηβο επειδή δεν του αρέσει αυτό που τρώει η υπόλοιπη οικογένεια, που κόβουν σε μπουκιές το φαγητό ενός παιδιού που τελειώνει το δημοτικό, που προγραμματίζουν ασταμάτητα δημιουργικές δραστηριότητες, που κάθε πάρτι πρέπει να είναι υπερπαραγωγή. “Που στις μικρές ηλικίες είναι συνέχεια μαζί του και δεν το αφήνουν να παίξει μόνο του ή στην προσχολική ηλικία ρωτάνε συνεχώς για την πρόοδό του και θέλουν να είναι το καλύτερο”, εξηγεί η κα. Αλεξάνδρα Καππάτου, Ψυχολόγος και Παιδοψυχολόγος. Είναι το αντίπαλο δέος των «γονιών ελευθέρας βοσκής».

Η υπερεμπλοκή στη ζωή των παιδιών μπορεί να έχει διάφορες μορφές. Υπάρχουν οι γονείς που προσεκτικά σχεδιάζουν, οργανώνουν και επιβλέπουν την ζωή των παιδιών τους, έχοντας ως στόχο την εισαγωγή τους στο καλύτερο πανεπιστήμιο, αλλά και τα “ελεύθερα πνεύματα” που θεωρούν την καλλιέργεια της δημιουργικότητας και της αυτοέκφρασης του παιδιού το σημαντικότερο έργο. Κάποιοι μπορεί να είναι ανεκτικοί γονείς-ελικόπτερο και να προσφέρουν στο παιδί τους αυτό που θέλει και κάποιοι άλλοι μπορεί να είναι αυταρχικοί γονείς-ελικόπτερο, δίνοντας στο παιδί αυτό που θέλουν εκείνοι. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το παιδί έχει λίγες ευκαιρίες να φροντίσει τον εαυτό του.

Η περιβόητη Επιχείρηση Varsity Blues, το περσινό σκάνδαλο δωροδοκίας για την εισαγωγή γόνων πλούσιων οικογενειών σε γνωστά αμερικανικά κολέγια και πανεπιστήμια και η παραποίηση των αποτελεσμάτων των εξετάσεων ή των αθλητικών επιδόσεων, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα συμπεριφοράς του «γονέα-ελικόπτερου», όπως φυσικά και το στερεότυπο της ελληνίδας μάνας που φωνάζει διαρκώς “πρόσεχε, γιατί θα…” και “μη”. Μάλιστα, ερευνητές υποστηρίζουν ότι η συμπεριφορά αυτή είναι πιο πιθανό να εκδηλωθεί σε οικογένειες της μέσης και της ανώτερης τάξης.

Αν και η υπεργονεϊκότητα σχετίζεται με υποστηρικτική συμπεριφορά προς το παιδί από την πλευρά των γονιών, όπως συνεχή επικοινωνία και συναισθηματική υποστήριξη, τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα δεν είναι τόσο θετικά. Έρευνες σε φοιτητές έδειξαν ότι τα παιδιά των “γονέων-ελικόπτερο” είχαν χαμηλότερο σκορ όσον αφορά την ψυχολογική τους ευημερία και ήταν πιο πιθανό να λάβουν συνταγογραφούμενα φάρμακα για το άγχος ή την κατάθλιψη. Επίσης, “η συμπεριφορά αυτή έχει σαν συνέπεια να επηρεάζεται μελλοντικά η προσαρμοστικότητα του παιδιού, το παιδί να εκδηλώνει έντονο άγχος και να αντιμετωπίζει προβλήματα στις σχέσεις του”, συμπληρώνει η κα. Καππάτου.

Οι «γονείς-ελικόπτερο» εμπλέκονται τόσο στη ζωή των παιδιών τους, που λαμβάνουν για αυτά όλες τις αποφάσεις με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η ανάπτυξη δεξιοτήτων επίλυσης προβλημάτων και λήψης αποφάσεων, που χρειάζονται τα παιδιά όταν φύγουν από την οικογενειακή εστία. Τα παιδιά αυτά δυσκολεύονται να ενηλικιωθούν, να αποκτήσουν πραγματική αυτονομία από τους γονείς, να ανακαλύψουν τα όριά τους.

Επιπλέον, οι γονείς που παρεμβαίνουν πριν τα παιδιά προσπαθήσουν να χειριστούν μια πρόκληση ή τα αποτρέπουν από δύσκολες καταστάσεις, εμποδίζουν την ανάπτυξη δεξιοτήτων αυτορρύθμισης. Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Developmental Psychology, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γονείς-ελικόπτερο, αν και είχαν καλές προθέσεις, δεν άφηναν τα παιδιά να μάθουν να χειρίζονται συναισθηματικές προκλήσεις ανάλογα φυσικά με την ηλικία τους. Αξιολογώντας την κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη 422 παιδιών κατά τις ηλικίες των 2, 5 και 10 ετών, οι επιστήμονες βρήκαν ότι τα παιδιά με γονείς-ελικόπτερο ήταν λιγότερο ικανά να προσαρμοστούν στις σχολικές καταστάσεις.

Η Νικόλ Πέρρι, βασική συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε ότι «τα παιδιά που δεν μπορούν να ρυθμίσουν αποτελεσματικά τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά τους είναι πιο πιθανό να έχουν ξεσπάσματα στην τάξη και να δυσκολευτούν να κάνουν φίλους».

Η υπερανάμειξη στη ζωή του παιδιού διαμορφώνει παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση και οδηγεί σε έλλειψη αυτοπεποίθησης. Αν δεν αφήνετε το παιδί να ενεργήσει αυτόνομα, να πάρει μικρά ρίσκα, να μάθει μέσα από το λάθος και τις συνέπειες των πράξεών του, το παιδί θα πιστέψει ότι οι γονείς του δεν το εμπιστεύονται, ότι δεν είναι ικανό να ενεργήσει μόνο του”, εξηγεί η κα. Καππάτου. Τα παιδιά αυτά πάντα ψάχνουν για καθοδήγηση, ενώ για τους εφήβους η καλλιέργεια της αυτοαντίληψης (της ανεξάρτητης αίσθησης του εαυτού τους) είναι ζωτικής σημασίας, για να καταλάβουν τι τους κάνει ευτυχισμένους και ποιοι είναι.

Επίσης, όταν ο γονέας κάνει τα πάντα στερεί από το παιδί την ευκαιρία να αναπτύξει ανθεκτικότητα. Η αποτυχία, η απογοήτευση, η απώλεια είναι μέρος της ζωής και προσφέρουν πολύτιμα μαθήματα. Με το να μην χρειάζεται ποτέ να παλέψει ένα παιδί για κάτι και να βιώσει την αποτυχία, μπορεί να αναπτύξει φόβο αποτυχίας ή απογοήτευσης των άλλων και δεν μαθαίνει να διαχειρίζεται τη ματαίωση, ενώ δεν είναι ποτέ ικανοποιημένο, αφού δεν έχει νιώσει τη χαρά της επίτευξης ενός στόχου.

Καθώς οι πρώιμες σχέσεις διαμορφώνουν ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής, τα παιδιά που έχουν πάντα τους γονείς για να ικανοποιούν τις ανάγκες τους, πιστεύουν ότι είναι δικαίωμά τους να έχουν ό, τι θέλουν, βλέπουν τον εαυτό τους ως το κέντρο του κόσμου, αναπτύσσουν τάσεις ναρκισσισμού και χαμηλή αυτεπάρκεια. Αυτό είναι ένα από τα βασικά ευρήματα μιας σειράς ερευνών με επικεφαλής τον Chris Segrin του τμήματος επικοινωνίας του Πανεπιστημίου της Αριζόνα.

Ωστόσο, η γονεϊκή αυτή συμπεριφορά δεν αφήνει αλώβητους ούτε τους γονείς, ιδίως τις μητέρες, που αισθάνονται άγχος, εξάντληση και ενοχή, αν δεν ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σύγχρονου ρόλου τους.

Γιατί, όμως, οι γονείς υιοθετούν αυτόν τον τρόπο συμπεριφοράς; Κατ’ αρχάς από άγχος και φόβο. Τις τελευταίες δεκαετίες, η πρόσβαση στην πληροφορία έχει αυξηθεί με αποτέλεσμα οι γονείς να ακούν συνεχώς για κινδύνους που μπορεί να απειλήσουν τα παιδιά τους. Φοβούνται ότι τα παιδιά μας θα τραυματιστούν, θα απαχθούν, θα αποτύχουν ακαδημαϊκά, κοινωνικά, οικονομικά, ότι η μη ικανοποίηση κάθε ανάγκης τους θα οδηγήσει σε ανεπανόρθωτη ψυχολογική βλάβη.

Οι γονείς άρχισαν, επίσης, να ξοδεύουν περισσότερα χρήματα για την προσχολική αγωγή των παιδιών τους και για δραστηριότητες εκμάθησης, ενώ καθώς το πτυχίο έγινε πια απαραίτητο για την επαγγελματική αποκατάσταση σε μια άκρως ανταγωνιστική αγορά εργασίας, οι γονείς υπερεπενδύουν στην εκπαίδευση των παιδιών και ξοδεύουν περισσότερο χρόνο για τη φροντίδα τους. Στο βιβλίο τους “Love, Money, and Parenting: How Economics Explains the Way We Raise Our Kids” («Αγάπη, Χρήματα και Γονεϊκότητα: Πώς τα οικονομικά εξηγούν τον τρόπο που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας»), οι οικονομολόγοι Matthias Doepke και Fabrizio Zilibotti αναλύουν το πώς οι γονείς σε πιο άνισες κοινωνίες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ωθούν τα παιδιά τους περισσότερο από ό, τι σε πιο ίσες κοινωνίες, όπως η Σουηδία. Αντιλαμβανόμενοι έναν κόσμο όπου ο νικητής τα παίρνει όλα, είναι πιο πιθανό να κάνουν ό, τι μπορούν για να διασφαλίσουν ότι τα παιδιά τους θα είναι οι νικητές.

Σημαντικό ρόλο παίζει και το γεγονός ότι αυξάνεται ο αριθμός των οικογενειών με ένα παιδί και ότι τα ζευγάρια έχουν σήμερα παιδιά σε πιο προχωρημένη ηλικία, συχνά μετά από θεραπείες γονιμότητας, άρα το παιδί πρέπει να προστατεύεται με κάθε κόστος.

Επίσης, παρατηρείται μια όλο και μεγαλύτερη ψυχολογικοποίηση της ανατροφής των παιδιών, δίνεται τεράστιο βάρος στο πόσο ευάλωτος είναι ο εγκέφαλος των βρεφών στην επιρροή των γονιών και γίνεται πολύς λόγος για τον γονεϊκό ρόλο και τις σχολές γονέων. Όλα αυτά αυξάνουν την πίεση στους τελευταίους και δημιουργούν παρερμηνείες, όπως το ότι ο γονεϊκός ρόλος ικανοποιείται καλύτερα όταν οι γονείς ικανοποιούν τις ανάγκες του παιδιού τους.

Οι γονείς νιώθουν ανασφάλεια και μέσα από τη σύγκριση με άλλους γονείς. Δεν θέλουν να θεωρηθούν αδιάφοροι ή ότι κάτι δεν κάνουν καλά και γίνονται υπερβολικά παρόντες. Αν είναι απογοητευμένοι σε κάποια άλλη πτυχή της ζωής τους, υπεραναπληρώνουν το κενό μέσα από τον γονεϊκό ρόλο και προσπαθούν να καλύψουν τις δικές τους συναισθηματικές ανάγκες μέσα από το παιδί. Μπορεί, ακόμα, να θεωρούν την εμπλοκή αυτή ως επικύρωση της δικής τους ικανότητας.

Τι μπορεί να γίνει; “Να σκεφτόμαστε μακροπρόθεσμα και όχι να εστιάζουμε αποκλειστικά στο τώρα. Κάθε γονιός καλό είναι κατά διαστήματα να κάνει μια παύση, για να θέσει στον εαυτό του ορισμένα ερωτήματα. Τι κάνω εγώ τώρα; πώς θα ήθελα να είναι το παιδί μου στο μέλλον; Το στηρίζω με την παρέμβασή μου αυτή ή το εμποδίζω να πάρει σημαντικά μαθήματα ζωής; Θέλω να είναι αυτόνομο; Να μπορεί να λειτουργήσει μέσα στον κόσμο αυτόν; Να κάνει υγιείς σχέσεις;”, τονίζει η κ. Καππάτου. Η καλύτερη προστασία για ένα παιδί είναι να το καταστήσουμε ικανό να αυτοπροστατεύεται.

Υπάρχει ένα αυξανόμενο κίνημα ενάντια στην υπερβολή της σύγχρονης γονικής μέριμνας. Η Γιούτα ψήφισε νόμο περί γονέων ελευθέρας βοσκής, απαλλάσσοντας τους γονείς από κατηγορίες παραμέλησης, εάν αφήσουν τα παιδιά τους να παίζουν ή να μετακινούνται χωρίς επίβλεψη. Οι ψυχολόγοι έχουν σημάνει συναγερμό σχετικά με το υψηλό επίπεδο άγχους και εξάρτησης των παιδιών από τους γονείς τους και την ανάγκη να αναπτυχθεί η ανεξαρτησία, η αυτονομία.

«Η δουλειά μας ως γονείς είναι να μείνουμε χωρίς δουλειά. Πρέπει να ξέρουμε ότι τα παιδιά μας έχουν τη δυνατότητα να σηκωθούν το πρωί και να φροντίσουν τον εαυτό τους», δήλωσε σε συνέντευξή της η πρώην κοσμήτορας πρωτοετών του πανεπιστημίου Στάνφορντ Stanford Julie Lythcott-Haims./https://www.shedia.gr

– (https://link.springer.com/article/10.1007/s10826-019-01560-z).

128625582_3516560445127696_7998208202135002463_o
7Β
7Γ

H φωτογραφία είναι από το διαδίκτυο

Copy link
Powered by Social Snap