4 Μαρτίου 2015
Το να μιλήσεις σε ένα μικρό παιδί για το θάνατο, είναι σαν να προσπαθεί ένας γονιός να μιλήσει για πρώτη φορά, σε κάποιο έφηβο, για το σεξ και τα ναρκωτικά. Εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να είναι ταμπού, «και οι περισσότεροι αν δεν μπορέσουν να το αποφύγουν ή να μεταθέσουν την ενημέρωση/συζήτηση στο απώτερο μέλλον, καταφεύγουν σε μισόλογα ή σε πρακτικές του παρελθόντος, που δεν έχουν καμμία σχέση με την πραγματικότητα», μου εξηγεί νηπιαγωγός η οποία θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της. «Όταν το παιδί μάς υποβάλλει ερωτήσεις σχετικά με το θάνατο», σημειώνει η Αλεξάνδρα Καππάτου, ψυχολόγος, παιδοψυχολόγος και συγγραφέας του βιβλίου Οι γονείς κάνουν τη διαφορά, «οι πρώτες μας αντιδράσεις είναι συνήθως αμήχανες και αναρωτιόμαστε τι πρέπει να του πούμε […] Tο θέμα αυτό, άλλωστε, και σ’ εμάς τους μεγάλους προκαλεί φόβο, καθώς νιώθουμε αδύναμοι να περιγράψουμε στο παιδί πού πηγαίνει αυτός που πέθανε».
Πώς εξηγούμε όμως, στα παιδιά ότι η ζωή κάποτε τελειώνει, χωρίς να τα τραυματίσουμε ανεπανόρθωτα;
Καταρχάς, μου εξηγεί η νηπιαγωγός: «πρέπει να είσαι ειλικρινής, χωρίς να είσαι κυνικός και, οι πληροφορίες που δίνεις να είναι τόσες όσες είναι έτοιμες να ακούσει το παιδί ». Όμως υπάρχουν πράγματα που δεν πρέπει με τίποτα να πεις, αναρωτιέμαι. «Ειδική φόρμουλα δεν υπάρχει. Τα παιδιά πάντως θέλουν απλές απαντήσεις. Αν π.χ. πεθάνει ο παππούς, λέμε στο παιδί ότι ο παππούς πέθανε , χωρίς όμως να μπούμε σε πολλές λεπτομέριες και αναλύσεις. Αν ρωτήσει γιατί, συνήθως απαντάμε ότι γέρασε, μεγάλωσε και έκλεισε ο κύκλος του. Τα παιδιά δεν ρωτάνε περισσότερα απ’ όσα θέλουν να μάθουν», ξεκαθαρίζει.
“ Κάποια στιγμή ένα κοριτσάκι (τεσσάρων) το πήγε η μαμά του στο χασάπικο και του είπε ‘ιδού η αγελάδα’. Και μόλις το κοριτσάκι είδε τα κομμάτια το κρέας, έκανε να φάει κρέας 2 χρόνια ”
Η Αλεξάνδρα Καππάτου μου εξηγεί ότι η απάντηση που δίνουμε στα παιδιά για τον θάνατο, εξαρτάται από την ηλικία και τις εμπειρίες του παιδιού –π.χ. «τα παιδιά προσχολικής ηλικίας συνήθως βλέπουν το θάνατο ως αναστρέψιμο και απρόσωπο»- καθώς επίσης «και από τις εμπειρίες, τις πεποιθήσεις, τα συναισθήματα και τις καταστάσεις που έχουμε βιώσει εμείς οι ίδιοι». Άρα π ώς εξηγούμε σ’ ένα παιδί τι είναι ο θάνατος; «Μπορουμε να πούμε ότι ο θάνατος είναι ένα γεγονός φυσιολογικό που συμβαίνει συνήθως στα βαθειά γεράματα κι ότι όταν πεθαίνουμε δεν αναπνέουμε, δεν τρώμε, δεν μιλάμε, δεν σκεφτόμαστε, δεν αισθανόμαστε[ …] Πρέπει όμως να τα διαβεβαιώσουμε ότι είναι νέα ακόμη, κι ότι η ζωή είναι μπροστά τους, και πως το ίδιο ισχύει και για εμάς, προκειμένου η αγωνία τους να αμβλυνθεί».
«Από την εμπειρία μου », επισημαίνει με τη σειρά της η νηπιαγωγός,«οι γονείς αποφεύγουν να μιλήσουν για τον θάνατο. Τις περισσότερες φορές αυτό συμβαίνει διότι δεν μπορούν οι ίδιοι να διαχειριστούν το πένθος τους. Από την στιγμή που δεν το έχουν αποδεχτεί, δεν μπορούν να το συζητήσουν και με το παιδί τους». Την ρωτώ αν στο νηπιαγωγείο μιλούν στα παιδιά για τον θάνατο. « Στο νηπιαγωγείο θα τους μιλήσουμε για τον θάνατο, μόνο εάν βρεθεί μπροστά μας, π.χ. αν πεθάνει κάποιος συγγενής τους. Αν προκύψει, τότε φυσικά θα το συζητήσουμε, θα τα συμπονέσουμε και θα τα παροτρύνουμε να εκφράσουν τη λύπη τους – αλλά, υπό νορμάλ συνθήκες δεν μιλάμε για τον θάνατο», λέει. «Την έννοια του θανάτου την καταλαβαίνουν;» ρωτώ. «Αυτό εξαρτάται από την ηλικία του παιδιού. Φαντάζομαι ότι την καταλαβαίνουν από τα κόμικς που διαβάζουν και τα παιχνίδια που παίζουν, διότι κάτι ξαφνικά καταστρέφει κάτι άλλο, όμως το αμετάκλητο και το οριστικό, είναι έννοιες οι οποίες κατακτώνται δύσκολα».
“ «H απόκρυψη ενός θανάτου δεν έχει νόημα. Eίναι πολύ χειρότερο να μην ενημερώνουμε τα παιδιά, πιστεύοντας ότι δεν καταλαβαίνουν ή για να μην υποφέρουν». ”
«Αυτά που τρώνε, καταλαβαίνουν ότι κάποτε ζούσαν;», αναρωτιέμαι. «Όχι. Και αυτό είναι σημαντικό θέμα. Κάποια στιγμή ένα κοριτσάκι (τεσσάρων) το πήγε η μαμά του στο χασάπικό και της είπε ‘ιδού η αγελάδα’. Και μόλις το κοριτσάκι είδε τα κομμάτια το κρέας, έκανε να φάει κρέας 2 χρόνια. Κι αυτό ήταν τραγικό λάθος διότι δεν μπορείς να δείχνεις την σφαγμένη κότα στο παιδί και να λες ‘να η κοτούλα που τρως’. Το παιδί δεν μπορεί να το επεξεργαστεί αυτό. Πάντως, πρέπει να έχουμε υπόψιν ότι τα παιδιά είναι πολύ ανθεκτικά και σκληρά, π.χ. πατάνε με χαρά τα μυρμήγκια, λυώνουν με μεγάλο ενδιαφέρον τα σκουλίκια κ.ο.κ., οπότε δεν νιώθουν την απώλεια όπως ένας μεγάλος. Και γι’ αυτό και ρωτάνε και ξαναρωτάνε. Έγκειται λοιπόν στον ενήλικα να περάσει μία ψύχραιμη άποψη για το τι είναι ο θάνατος. Τα παιδιά πληγώνονται όταν πληγώνονται οι γονείς ».
«H απόκρυψη ενός θανάτου, δεν έχει νόημα», συμπληρώνει η Αλεξάνδρα Καππάτου. «Πρέπει να καθησυχάζουμε τα παιδιά, λέγοντάς τους ότι δεν ξεχνάμε ποτέ ένα αγαπημένο πρόσωπο. Eίναι πολύ χειρότερο να μην τα ενημερώνουμε, πιστεύοντας ότι δεν καταλαβαίνουν ή για να μην υποφέρουν. Θα νιώσουν πολύ μόνα όταν οι μεγάλοι στο περιβάλλον τους βιώνουν το πένθος τους κρυφά».
“ «Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε χωριά ή σε μικρές επαρχιακές πόλεις, παίζουν μπάλα στα νεκροταφεία, η ζωή έχει αρχή και τέλος και όλοι είναι εξοικειωμένοι με αυτό που γεμίζει τρόμο τους αστούς: τον θάνατο». ”
«Κάθε οικογένεια χειρίζεται το θέμα διαφορετικά», τονίζει η νηπιαγωγός. « Αν μια οικογένεια, π.χ. πιστεύει στον Θεό και έχει μέσα στην καθημερινή της πρακτική την προσευχή ή την εκκλησία, συνήθως θα πει στο παιδί ότι αυτός που πέθανε πήγε στον ουρανό κοντά στο θεούλη. Άλλοι λένε ότι οι ψυχές μας γίνονται άγγελοι και μας προσέχουν από ψηλά. Από την άλλη, τα παιδιά που μεγαλώνουν στα χωριά, δεν μεγαλοποιούν τον θάνατo, δεν τον αντιμετωπίζουν φοβικά, όπως τα παιδιά και οι άνθρωποι της πόλης. Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε χωριά ή σε μικρές επαρχιακές πόλεις, παίζουν μπάλα στα νεκροταφεία, η ζωή έχει αρχή και τέλος και όλοι είναι εξοικειωμένοι με αυτό που γεμίζει τρόμο τους αστούς: τον θάνατο. Πάντως, όταν ρωτήσαμε τα παιδιά του νηπιαγωγείου τι θα ζωγραφίζατε εάν χάνατε κάτι πολύ αγαπημένο, κανένα παιδί δεν θέλησε να ζωγραφίσει οτιδήποτε για να εκφράσει τα συναισθήματά του για κάποιο μεγάλο χαμό, π.χ. το αγαπημένο τους παιχνίδι, το ζωάκι τους κλπ».
«Η λέξη “θάνατος” πάντως δεν είναι άγνωστη στο παιδί», ξεκαθαρίζει η Αλεξάνδρα Καππάτου στο βιβλίο της. «Tην έχει χρησιμοποιήσει πολλές φορές στα παιχνίδια του, φωνάζοντας “είσαι νεκρός” ή “πέθανες τώρα” ή “θα πεθάνω”[…] O θάνατος είναι για το παιδί σαν ένα παιχνίδι, που του επιτρέπει να εξωτερικεύει τα συναισθήματά του για τη ζωή, την αγάπη και το μίσος. Όμως, υπάρχει απόσταση μεταξύ παιχνιδιού και πραγματικότητας. Πρέπει να εξηγούμε στα παιδιά με απλά και ειλικρινή λόγια ότι ο αποχωρισμός από το αγαπημένο πρόσωπο που πέθανε είναι οριστικός. Δεν είναι σε ταξίδι ή σε κάποιο νοσοκομείο ούτε απουσιάζει αόριστα, όπως συνηθίζουν αρκετοί γονείς να λένε, θεωρώντας ότι έτσι προφυλάσσουν το παιδί […] με τον καιρό, το παιδί θα τακτοποιήσει τις αναμνήσεις του, χωρίς να φαντάζεται τον θάνατο σαν κάτι τρομερό».
Βάνια Τέρνερ
https://www.vice.com/gr/read/ti-leme-sta-padia-gia-ton-thanato