Εκτύπωση άρθρου

 

H εμφάνιση και η ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας αποτελούν ένα από τα βασικά ενδιαφέροντα των γονιών, δεδομένου ότι η λεκτική επικοινωνία αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη μελλοντική εξέλιξη του παιδιού.

Πότε ξεκινάνε να αναπτύσσονται;

Ο λόγος και η ομιλία ξεκινάνε να αναπτύσσονται κυρίως κατά τα πέντε πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού και τελειοποιούνται μέχρι τα εννέα. Σε αυτή την πορεία, η επίδραση του περιβάλλο-ντος είναι σημαντική. Eίναι γεγονός ότι το βρέφος, από τη στιγμή που έρχεται στη ζωή, δέχεται πληθώρα λεκτικών ερεθισμάτων από τους ενηλίκους που το περιβάλλουν. Στην πραγματικότητα, όμως, έρχεται σε επαφή με τη γλώσσα πολύ πριν από τη γέννηση. H εξοικείωση του εμβρύου με τη φωνή της μητέρας του ξεκινά κατά το διάστημα της ενδομή-τριας ζωής, όσο μπορεί να την αντιληφθεί διαμέσου του αμνιακού υγρού.

Οι πιο κρίσιμες ηλικίες…

Oι πιο κρίσιμες ηλικίες για την ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας είναι από 1 έως 5 χρόνων. Όσο περισσό-τερα ερεθίσματα δέχεται το παιδί και όσο περισσότερες εμπειρίες ή ευκαιρίες του παρέχονται για να χρησιμοποιεί τη γλώσσα, χωρίς πιέσεις, τόσο πιο νωρίς συνειδητοποιεί την ανάγκη χρήσης της γλώσσας ως μέσου επικοινωνίας.  Στην αρχή, το βρέφος βγάζει άναρθρες φωνές, που έχουν στόχο κυρίως να εκφράσουν τη φυσιολογική δυσφορία του, π.χ. την πείνα, τον πόνο. Tο κλάμα, τα γουργουρίσματα, τα ψελλίσματα και οι φωνούλες συνιστούν τις πρώτες γλωσσικές εκφράσεις του παιδιού και συνήθως αντικατοπτρίζουν τη φυσική του κατάσταση. Σταδιακά συντίθενται τα σημάδια μιας επικοινωνίας μεταξύ του παιδιού και του περιβάλλοντός του και γύρω στους δώδεκα μήνες έχουμε τις πρώτες λέξεις.

Οι πρώτες λεξούλες…..

Γύρω στον πρώτο χρόνο της ζωής του, το παιδί χρησιμοποιεί μια λέξη, της οποίας η ερμηνεία εξαρτάται από το περιεχόμενο των κινήσεων, της μίμησης και των συνθηκών. Έτσι «τουτού» σημαίνει «βλέπω ένα αυτοκίνητο», ή «ακούω ένα αυτοκίνητο», ή «αυτό είναι το αυτοκίνητο του μπαμπά». Πρέπει, βέβαια, να σημειώσουμε ότι η παθητική αντίληψη του λόγου –ο εσωτερικός λόγος– πάντα προηγείται της ενεργητικής έκφρασης. Προτού, δηλαδή, το βρέφος αρθρώσει τις πρώτες του λεξούλες, είναι ήδη ικανό να κατανοήσει αρκετά από όσα ακούει. Στο τέλος του πρώτου χρόνου, θα απαντά όταν ακούει το όνομά του, θα καταλαβαίνει μερικές λεξούλες και απλές φράσεις και φυσικά θα χρησιμοποιεί ήχους και κάποιες μεμονωμένες λέξεις.

Οι πρώτες φράσεις…..

Aπό τους 18 μήνες μέχρι τα δεύτερα γενέθλια του παιδιού εμφανίζονται οι πρώτες φράσεις, οι πρώτοι δηλαδή συνδυασμοί δύο λέξεων, π.χ., «να μωρό», καθώς και η άρνηση, π.χ., «όχι νάνι», «όχι μαμ», που εισάγουν το παιδί στους πρώτους αντιληπτικούς χειρισμούς. Tώρα ο ρόλος της οικογένειας είναι σημαντικός, αφού, όταν απουσιάζουν τα γλωσσικά ερεθίσματα, παρατηρείται φτωχό λεξιλόγιο ή καθυστέρηση στην εκμάθηση του προφορικού λόγου.

Tο παιδί μιμείται και επαναλαμβάνει με τον τρόπο του το προφορικό μοντέλο του ενηλίκου. Έτσι, μαθαίνει σταδιακά καινούριες λέξεις και νέες δομές που, στη συνέχεια, επενδύο€νται στην καθημερινή λεκτική του δραστηριότητα. Να υπογραμμίσουμε ότι τα παιδιά σ’ αυτή την ηλικία δεν μπορούν να προφέρουν καλά κάθε λέξη, γι’ αυτό είναι σημαντικό να επικεντρω-νόμαστε στο τι λέει και όχι στο πώς το λέει. 

Οι πρώτες προτάσεις….

Στα 2 με 3 χρόνια το παιδί σχηματίζει σύντομες προτάσεις και ερωτήσεις, χρησιμοποιώντας περίπου 200 λέξεις. Μπορεί να ακούει ιστοριούλες και να απαντά σε ερωτήσεις με απλά λογάκια. Στα 3 χρόνια μαθαίνει το «εγώ». Mετά τα 3 χρόνια σχηματίζει προτάσεις με τρεις, τέσσερις ή περισσότερες λέξεις, χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό, πτώσεις, χρόνους ρημάτων κ.λπ. Tο παιδί πλέον το κατανοούν όχι μόνο οι γονείς του, αλλά και το εξω-οικογενειακό του περιβάλλον. Μπορεί πλέον να απαντά σε ερωτήσεις, να κάνει φίλους, να παίζει σε ομάδα συνομήλικων παιδιών.

Γλωσσική εξέλιξη…

 H περίοδος από τα 3 μέχρι τα 6 χρόνια είναι ταχείας γλωσσικής εξέλιξης, τόσο στον τομέα της κατανόησης όσο και στον τομέα της έκφρασης και το παιδί χρησιμοποιεί περίπου 2.500 λέξεις. Mέχρι τα 5 χρόνια, το παιδί μπορεί να διηγηθεί πρόσφατα γεγονότα, να χρησιμοποιεί προτάσεις μεγάλες και σωστές και να ονομάζει τα βασικά χρώματα. Oι μόνοι φθόγγοι που μπορεί να μην προφέρει για λίγο καιρό ακόμη σωστά είναι το ρ, το δ, το σ και το θ, ενώ και αυτοί πρέπει να έχουν αποκατασταθεί μέχρι το παιδί να πάει στο σχολείο. Kάθε φορά που το παιδί φτάνει να κατακτήσει έναν ήχο της γλώσσας του, ώσπου να το επιτύχει, έχει προηγουμένως περάσει από παρεμφερείς ήχους. Πολύ συχνά παρατηρούνται κάποιοι μηχανισμοί διευκόλυνσης, όπως παραλείψεις, αντικαταστάσεις, αντιμεταθέσεις, τους οποίους εγκαταλείπει γρήγορα, καθώς το φωνολογικό σύστημά του εξελίσσεται.

Εξελίσσονται όλα τα παιδιά με τον ίδιο ρυθμό;

Θεωρείται φυσιολογικό ένα 3χρονο παιδί στην προσπάθειά του να επικοινωνήσει λεκτικά μαζί μας να λέει «παπέλο» αντί για «καπέλο» ή «νελό» αντί για «νερό». Όταν όμως αυτό συμβαίνει με ένα 6χρονο παιδί, πρέπει να απευθύνεστε σε ειδικό.  Bέβαια, δεν εξελίσσονται όλα τα παιδιά με τον ίδιο ρυθμό και δεν ακολουθούν την πορεία ανάπτυξης του λόγου που προαναφέραμε. Όπως μερικά παιδιά περπατούν πιο αργά από τα άλλα, το ίδιο συμβαίνει και στο θέμα της ομιλίας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις η αντίδραση των γονιών ποικίλλει: Kάποιοι πανικοβάλλονται και αρχίζουν τις ερωτήσεις στους ειδικούς, ενώ, αντίθετα, άλλοι δεν ανησυχούν, γιατί ανατρέχουν στο παράδειγμα συγγενικών τους προσώ-πων που καθυστέρησαν να μιλήσουν.

Για μερικούς το θέμα περνά σχεδόν απαρατήρητο.  Aναμφισβήτητα, τα προβλήματα του λόγου και της ομιλίας είναι ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο της ψυχοπαθολογίας του παιδιού και παρουσιάζουν αρκετές διαβαθμίσεις.

Για παράδειγμα, κάποια 2χρονα ή 3χρονα παιδιά δεν λένε σχεδόν τίποτε, άλλα καταφέρνουν να εκφραστούν με δυσκολία ή με κάποιες ατέλειες, κάποια άλλα παρόλο που μιλούν δεν καταλαβαίνουμε τι θέλουν να πουν και βγάζουμε κάποιο νόημα μόνο από τα συμφραζόμενα. Άλλα παιδιά είναι εξαιρετικά φλύαρα, εντούτοις ύστερα από προσεκτική εξέταση καταλαβαί-νουμε ότι δεν εκφράζονται καλά, ότι το λεξιλόγιό τους είναι φτωχό, γενικόλογο, γεμάτο περιττές εκφράσεις. 

Συχνά έχουμε καθυστέρηση στο λόγο. Γιατί;

Περίπου το 17% των 2χρονων παιδιών, το 8% των 3χρονων και το 3% των 5χρονων παρουσιάζουν καθυστέρηση στο λόγο. Η αναλογία είναι 3-5 αγόρια προς 1 κορίτσι.  Όταν ο λόγος και η ομιλία δεν αναπτύσσονται ομαλά από τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού –θα εξελιχθούν βέβαια καθώς αυτό θα μεγαλώνει–, ενδέχεται να παραμείνει φτωχός κι αδέξιος και η ομιλία μη κατανοητή. Πολύ συχνά, αυτές οι καθυστερήσεις οφείλονται σε διαταραχές της ακοής, έστω και ελαφράς μορφής, που μπορεί να προέρχονται από διάφο-ρους λόγους, όπως συχνές ωτίτιδες.

Επίσης μπορεί να οφείλονται σε διάχυτη αναπτυξιακή διαταραχή ή σε νοητική υστέρηση. Eξάλλου, παιδιά που είχαν δυσκολίες στο λόγο ή και στην ομιλία ενδέχεται στο σχολείο να παρουσιάσουν μαθησιακές δυσκολίες. Mπορεί ακόμα το πρόβλημα του παιδιού να οφείλεται σε ένα περιβάλλον φτωχό σε ερεθίσματα. 

Nα αναφέρουμε ότι αρκετοί γονείς συνήθως περιμένουν ώσπου το παιδί να πάει στο σχολείο, ελπίζοντας ότι θα βελτιωθεί ο λόγος ή και η ομλία του, πράγμα που μερικές φορές επιτυγχά-νεται. Aυτό, ωστόσο, ενέχει κινδύνους, γιατί, σε περιπτώσεις που ο λόγος είναι φτωχός και η ομιλία μη κατανοητή, το παιδί δεν θα μπορεί να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του σχολείου, με επακόλουθο να δυσχεραίνονται οι σχέσεις του με τους συμμαθητές του αλλά και με την οικογένειά του

Πότε να ανησυχούμε;

Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, το παιδί καταλήγει να παρουσιάζει ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες. Συνήθως, η οικογένεια συμβουλεύεται τον ειδικό, όταν το παιδί βρίσκεται σε ηλικία 4 έως 8 ετών. Aρχίζουμε να ανησυχούμε για καθυστέρηση στο λόγο ή και στην ομιλία, όταν το παιδί δεν λέει πολλά πράγματα στα 3 χρόνια. 

Aπό το βιβλίο της Α. Καππάτου “Μεγαλώστε ευτυχισμένα παιδιά”. Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μίνωας.

Copy link
Powered by Social Snap