Οι υψηλές προσδοκίες για τον εαυτό μας και τους άλλους είναι χρήσιμες, αλλά υπάρχει ένα σημείο στο οποίο αυτό κάνει περισσότερο κακό παρά καλό.
Monica Torres
Το να θέλουμε να κάνουμε το καλύτερο είναι ένας αξιοθαύμαστος στόχος. Αλλά όταν οι υψηλές προσδοκίες είναι αδύνατο (να πραγματοποιηθούν) και μη ρεαλιστικές, τότε είμαστε κοντά στο να γίνουμε τελειομανείς.
Η επιδίωξη της τελειομανίας δεν είναι πάντα κακό. Έρευνες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι που έχουν υψηλά πρότυπα, είναι σχολαστικοί και αφοσιωμένοι στη δουλειά τους και έχουν κίνητρα για να πετύχουν.
Αλλά υπάρχει μια κόκκινη γραμμή όταν τα άκαμπτα πρότυπα της τελειομανίας αρχίζουν να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό.
«Η τελειομανία είναι μια μορφή άγχους», λέει η Σάνον Γκαρσία, ψυχοθεραπεύτρια στο States of Wellness Counseling στο Ιλινόις και το Ουισκόνσιν. «Η τελειομανία μας μπορεί να γίνει κάτι που μας εμποδίζει να προχωρήσουμε στην καριέρα μας, όταν είτε αρχίζουμε να αποφεύγουμε εργασίες από φόβο ότι δεν θα ολοκληρωθούν με τέλειο τρόπο ή ξοδεύουμε πολύ χρόνο προσπαθώντας να κάνουμε κάτι τέλειο.
Ακολουθούν τα σημάδια που (δείχνουν ότι) μετατρεπόμαστε σε τελειομανή προσωπικότητα με τοξικότητα – και τι αρνητικές συνέπειες που μπορεί να έχει αυτό στην υγεία μας. Εάν έστω και ένα από τα παρακάτω ισχύει για εμάς, (αυτό) θα μπορούσε να δώσει το έναυσμα για αυτοστοχασμό.
- Μηρυκάζουμε μόνο αυτά που δεν κάναμε, κάτι που μας κάνει να μην μπορούμε να σκεφτούμε αυτά που κάναμε
Εάν δεν μπορούμε να αναλογιστούμε αυτά που έχουμε καταφέρει, δεν πρόκειται ποτέ να είμαστε ικανοποιημένοι. (Αυτό συμβαίνει) σε έναν τελειομανή που βαθμολογεί την απόδοση της εργασίας του (λέγοντας), «από το 0 έως το 99 είναι κακό. [Ο] βαθμός 100 είναι αποδεκτός», εξηγεί η Περπέτουα Νέο, ψυχολόγος και εκτελεστική προπονήτρια.
Οι τελειομανείς δεν καταλαβαίνουν από κοπλιμέντα και παθιάζονται με τα λάθη τους. Και το να ασκούμε αυτή την μη βιώσιμη πίεση στον εαυτό μας θα μας «κάψει».
Κάτω από μια νοοτροπία τελειομανούς, όταν φτάσουμε στο στόχο μας, η επόμενη σκέψη μας είναι μόνο «Τι ακολουθεί;» σύμφωνα με την ψυχοθεραπεύτρια Αντζελα Κλαρκ από το Νιου Τζέρσεϊ.
«(Οι τελειομανείς) κοιτούν τον ανταγωνιστή τους για να δουν πώς μπορούν να το κάνουν καλύτερα και η γραμμή ”τερματισμού” συνεχίζει να μεταβάλλεται όλο και πιο πέρα μέχρι να ”καούμε”», λέει η Κλαρκ. «Ποτέ δεν απολαμβάνουν τη στιγμή των νικών τους».
Η εξουθένωση προέρχεται από το χρόνιο στρες στο χώρο εργασίας και μπορεί να καταστρέψει την υγεία μας μακροπρόθεσμα. Σχετίζεται με ατελείωτη κόπωση, πονοκεφάλους, αϋπνία, καταθλιπτικά συμπτώματα και άλλα κακά αποτελέσματα υγείας.
Γι′ αυτό είναι τόσο σημαντικό να χαλαρώνουμε και να αφιερώνουμε χρόνο για να αισθανόμαστε καλά με αυτό που κάνουμε αφού ολοκληρώσουμε μια εργασία. Αυτή η αυτογνωσία όχι μόνο μας βοηθά να σκεφτούμε την καριέρα μας, αλλά μπορεί επίσης να μας βοηθήσει να αποτρέψουμε τις ανθυγιεινές τάσεις τελειομανίας.
- Ανησυχούμε υπερβολικά για το τι θα συμβεί εάν εμείς ή οι συνάδελφοί μας δεν φτάσαμε στα υψηλά μας στάνταρ.
Για μια μετα-ανάλυση που δημοσιεύτηκε στο Journal of Applied Psychology, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, το Πανεπιστήμιο της Φλόριντα και το Georgia Tech ανέλυσαν 95 προηγούμενες μελέτες και διαπίστωσαν ότι υπάρχουν δύο τύποι τελειομανών: τελειομανείς που αναζητούν την αριστεία που απαιτούν υπερβολικά υψηλά πρότυπα για τον εαυτό τους και άλλοι, και τελειομανείς που αποφεύγουν την αποτυχία, οι οποίοι «χαρακτηρίζονται από μια εμμονική ανησυχία και μια αποστροφή για την αποτυχία να επιτύχουν εξαιρετικά υψηλά πρότυπα απόδοσης», όπως το εξήγησε στη HuffPost η συν-συγγραφέας της μελέτης και καθηγήτρια διαχείρισης Λόρενς Στηντ.
Με άλλα λόγια, εάν νιώθουμε να καταρρέουμε στη σκέψη ότι δεν θα ολοκληρώσουμε μια εργασία σύμφωνα με τα πρότυπά μας, αυτό είναι ένα σημάδι ότι θα μπορούσαμε να είμαστε ένας τελειομανής που αποφεύγει την αποτυχία. Και αυτό είναι ένα πρόβλημα.
Η μελέτη της Στηντ διαπίστωσε ότι η επαγγελματική εξουθένωση, το στρες και το άγχος σχετίζονται πιο έντονα με την τελειομανία (που έχει να κάνει με την) αποφυγή της αποτυχίας, ενώ η τελειομανία που αναζητά την αριστεία συνδέεται περισσότερο με οφέλη όπως το κίνητρο και η δέσμευση.
Συνολικά, το να είμαστε τελειομανείς δεν βελτιώνει την εργασιακή απόδοση, ανεξάρτητα από τον τύπο του ατόμου (που είμαστε).
«Τα αποτελέσματά μας έδειξαν ότι η τελειομανία δεν βοηθά σε μεγάλο βαθμό στον εργασιακό χώρο. Ενώ το να είμαστε εξαιρετικά τελειομανείς μπορεί να αποφέρει κάποια ευεργετικά αποτελέσματα, αυτά τα οφέλη μπορούν να αντισταθμιστούν με αρνητικά αποτελέσματα και στην τελική δεν υπάρχει απόδοση», εξηγεί η ίδια.
- Συνεχίζουμε να χάνουμε προθεσμίες επειδή δεν πιστεύουμε ότι η δουλειά μας είναι αρκετά καλή.
Η Γκαρσία λέει ότι ένα σημάδι ότι η τελειομανία σας κάνει περισσότερο κακό παρά καλό είναι όταν δεν μας επιτρέπει να κάνουμε τίποτα.
«Καθορίζουμε τις αναθέσεις εργασίας ξανά και ξανά, οι προθεσμίες πηγαίνουν προς τα πίσω επειδή αυτό στο οποίο εργαζόμαστε δεν (νομίζουμε ότι) είναι ποτέ αρκετά καλό ή μπορεί ακόμη και να δυσκολευόμαστε να ξεκινήσουμε μια εργασία από φόβο ότι δεν θα μπορέσουμε να την κάνουμε τέλεια», λέει.
Όταν γίνουμε διαβόητοι στην ομάδα μας επειδή χάνουμε προθεσμίες, μπορεί να αποκτήσουμε μια διόλου κολακευτική εργασιακή φήμη και να γίνουμε αναξιόπιστοι. Μόλις παγιωθεί αυτή η αντίληψη, θα δυσκολευτούμε να προχωρήσουμε στην καριέρα μας.
Η Γκαρσία διαπιστώνει ότι η τελειομανία μπορεί να οδηγήσει όχι μόνο να «καούμε», αλλά και σε απογοήτευση εκ μέρους του αφεντικού ή των συναδέλφων μας και σε συνεχές άγχος που μεταφέρεται από τη δουλειά στη ζωή μας στο σπίτι.
«Αν είμαστε εκκεντρικοί, ευερέθιστοι, απαιτητικοί ή δύσκολοι στη διαχείριση ως υπάλληλοι ή ακόμα και σε επιτελική θέση ως αποτέλεσμα του εσωτερικού αγώνα για να είμαστε τέλειοι, πιθανότατα (αυτό) θα επηρεάσει και τα μέλη της (εργασιακής μας) ομάδας και τους συναδέλφους που συνδέονται με εμάς, δημιουργώντας άβολες αλληλεπιδράσεις», λέει η Κλαρκ.
- Δεν κοινωνικοποιούμαστε επειδή ανησυχούμε πολύ μήπως χαρακτηριστούμε ως «μη τέλειοι».
Η Νέο συμπληρώνει ότι ένα άλλο σημάδι ότι η τελειομανία μας γίνεται επιβλαβής είναι όταν δεν μπορούμε πραγματικά να ακούσουμε ή να ασχοληθούμε με τους συναδέλφους ή τους αγαπημένους μας επειδή ανησυχούμε πάρα πολύ για να διατηρήσουμε μια τέλεια εικόνα του εαυτού μας…
Οι ψυχολόγοι ανακάλυψαν ότι, μαζί με τους τελειομανείς που θέτουν μη ρεαλιστικά πρότυπα για τον εαυτό τους, υπάρχουν «κοινωνικά προδιαγεγραμμένοι» τελειομανείς που αισθάνονται ότι αδύνατα πρότυπα επιβάλλονται από την κοινωνία ή τους ανθρώπους γύρω τους. Η κοινωνικά καθορισμένη τελειομανία έχει συσχετιστεί με την κατάθλιψη και άλλες παθήσεις ψυχικής υγείας.
Ο Γκόρντον Φλετ, ένας ψυχολόγος που ερεύνησε αυτό το πεδίο, αναφέρει ότι ο λόγος που οι κοινωνικά «συνταγογραφημένοι» τελειομανείς μπορεί να έχουν κακή υγεία είναι ότι αυτού του είδους η τελειομανία «έχει ένα στοιχείο πίεσης σε συνδυασμό με μια αίσθηση ανικανότητας και απελπισίας», στην American Psychological Association. Οι κοινωνικά προδιαγεγραμμένοι τελειομανείς τείνουν να αισθάνονται ότι «όσο καλύτερα κάνω (τώρα), τόσο καλύτερα αναμένεται να κάνω (και στο μέλλον)», λέει.
Αν αναρωτιόμαστε αν η τελειομανία μας βοηθά ή βλάπτει την καριέρα μας, ας αναρωτηθούμε : «Συρρικνώνει την ζωή μας; Μας κάνει δυστυχισμένους, ανήσυχους, βασικά μια σκιά αυτού που είμαστε; [Νιώθουμε ότι] υπάρχει ένα αυξανόμενο χάσμα μεταξύ του ατόμου που παρουσιάζουμε εξωτερικά, ενώ μέσα μας νιώθουμε ότι τα πράγματα θα καταρρεύσουν ανά πάσα στιγμή;»
Εάν κάποια από τις απαντήσεις μας είναι ναι, η τελειομανία δεν μας εξυπηρετεί πλέον και θα πρέπει να σκεφτούμε να επαναπροσδιορίσουμε τα πρότυπά σας σε «αρκετά καλός» (από «τέλειος»).