Τι πρέπει να κάνουμε όταν έχουμε να πάρουμε μια σοβαρή απόφαση; Θα μπορούσαμε απλά να βασιστούμε στη διαίσθησή μας;
Στον δυτικό κόσμο, όπου τις τελευταίες δεκαετίες ο αναλυτικός τρόπος σκέψης προωθείται σταθερά, το να βασίζεται κανείς στη διαίσθησή του, αντιμετωπίζεται με δυσπιστία. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η εξέλιξη μας οδήγησε από την πρωτόγονη και θρησκευτική σκέψη στην αναλυτική και επιστημονική, φτάνοντας να θεωρούν τα συναισθήματα και τη διαίσθηση λανθασμένα και παράξενα εργαλεία.
Ωστόσο, η διαίσθηση δεν είναι ένα «προϊόν» αντιεπιστημονικής σκέψης αλλά αποτέλεσμα πολλών επεξεργασιών που συμβαίνουν στον εγκέφαλό μας.
Έρευνες δείχνουν ότι ο εγκέφαλος είναι μια μηχανή που κάνει προβλέψεις, καθώς συγκρίνει συνέχεια τις πληροφορίες που λαμβάνει από τις αισθήσεις και τις τρέχουσες εμπειρίες, με τις αποθηκευμένες γνώσεις και αναμνήσεις προηγούμενων εμπειριών και προβλέπει τι θα επακολουθήσει. Αυτό διασφαλίζει ότι ο εγκέφαλός είναι πάντοτε προετοιμασμένος, να αντιμετωπίσει κάθε τρέχουσα κατάσταση, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Όταν συμβαίνει κάτι που δεν έχει προβλεφθεί, ο εγκέφαλος ενημερώνει τα γνωστικά του μοντέλα. Η αντιστοίχιση των προηγούμενων μοντέλων και της τρέχουσας εμπειρίας γίνεται αυτόματα και υποσυνείδητα.
Αν από την αντιστοίχιση που θα κάνει ο εγκέφαλος προκύψει σημαντική ταύτιση ή αναντιστοιχία αλλά αυτό δεν έχει φτάσει ακόμη στη συνειδητή επίγνωση τότε, εμφανίζεται η διαίσθηση. Όσο μεγαλύτερη είναι η εμπειρία σε κάποιο συγκεκριμένο τομέα τόσες περισσότερες πληροφορίες έχει ο εγκέφαλος γαι να συγκρίνει την τρέχουσα εμπειρία και τόσο πιο αξιόπιστες είναι οι διαισθήσεις. Αυτό σημαίνει ότι, όπως συμβαίνει και με τη δημιουργικότητα, η διαίσθηση μπορεί να βελτιωθεί με την εμπειρία.
Στην Ψυχολογία, αναγνωρίζονται δύο γενικοί τρόποι σκέψης: Η διαισθητική σκέψη που είναι αυτόματη, γρήγορη και υποσυνείδητη και η αναλυτική σκέψη που είναι λογική, σκόπιμη, αργή και συνειδητή.
Και ενώ πολλοί πιστεύουν ότι, αυτά τα είδη σκέψης είναι αντίθετα και ο τρόπος που λειτουργούν δεν μπορεί να αλλάξει, μία πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι η αναλυτική και η διαισθητική σκέψη δεν συσχετίζονται και επομένως, μπορούν να συμβαίνουν ταυτόχρονα, συμπληρώνοντας η μία την άλλη ή λειτουργώντας συντονισμένα. Πόσες επιστημονικές έρευνες, ιδέες και υποθέσεις, δεν ξεκίνησαν με μια διαίσθηση και αργότερα επικυρώθηκαν μέσω δοκιμών και αναλύσεων!
Ωστόσο, τι πρέπει να κάνουμε όταν έχουμε να πάρουμε μια σοβαρή απόφαση; Θα μπορούσαμε απλά να βασιστούμε στη διαίσθησή μας;
Η απάντηση δεν είναι τόσο απλή. Η διαίσθηση βασίζεται σε εξελικτικά παλαιότερη, αυτόματη και γρήγορη επεξεργασία και γι’αυτό μπορεί να λάβει λανθασμένες οδηγίες, όπως είναι για παράδειγμα, οι γνωστικές προκαταλήψεις.
Οι γνωστικές προκαταλήψεις είναι συστηματικά λάθη στη σκέψη, που συμβαίνουν αυτόματα. Αν όμως, εξοικειωθεί κανείς με τις κοινές γνωστικές προκαταλήψεις, μπορεί να μάθει να τις εντοπίζει, σε μελλοντικές περιπτώσεις. Επίσης, επειδή η διαίσθηση βασίζεται στην γρήγορη επεξεργασία που είναι αρχαία, συμβαίνει κάποιες φορές να είναι ξεπερασμένη.
Έτσι, όταν βρίσκεστε μπροστά στη λήψη μιας απόφασης που βασίζεται στη δική σας εκτίμηση, αναρωτηθείτε:
- Η διαίσθησή σας έχει εκτιμήσει σωστά την κατάσταση;
- Πρόκειται για μια εξελικτική παλιά ή νέα κατάσταση;
- Υπάρχουν γνωστικές προκαταλήψεις;
- Έχετε εμπειρία ή εξειδίκευση σε τέτοιου είδους καταστάσεις;
Αν είναι εξελικτική, παλιά, εμπεριέχει γνωστική προκατάληψη και δεν έχετε κάποια εξειδίκευση σε αυτό, τότε προτιμήστε να βασιστείτε στην αναλυτική σκέψη. Διαφορετικά, βασιστείτε στη διαίσθησή σας.
Είναι πλέον καιρός, να σταματήσουμε να βλέπουμε τη διαίσθηση με καχυποψία και να τη δούμε έτσι όπως είναι: ένας αυτόματος, γρήγορος και υποσυνείδητος τρόπος επεξεργασίας, που μπορεί να μας δίνει πολλές και χρήσιμες πληροφορίες, που η αναλυτική σκέψη δεν μπορεί να μας δώσει και επίσης να αποδεχθούμε ότι, αυτά τα δύο είδη σκέψης μπορεί να συμβαίνουν μαζί και να συνεργάζονται, κάθε φορά που βρισκόμαστε μπροστά σε δύσκολες καταστάσεις και πρέπει να πάρουμε σοβαρές αποφάσεις.